Τετάρτη 8 Μαΐου 2024

ΜΑΗΣ '68


Μάης ‘68: Η Αλγερία άναψε φωτιές, το Βιετνάμ πυρπόλησε τις συνειδήσεις
Η αντίσταση στην αποικιακή Γαλλία οδήγησε σε αριστερές διασπάσεις, μια πρώτη επαναστατική μαγιά. Η αλληλεγγύη στο Βιετνάμ δημιούργησε πλήθος επιτροπών βάσης πριν τον Μάη.
Είναι σωστό ότι «η πάλη του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη είναι αρχικά πάλη σε εθνικό επίπεδο». Ωστόσο στις ταξικές αντιθέσεις κάθε χώρας ενσωματώνονται και εκφράζονται οι παγκόσμιες αντιθέσεις. Οι επαναστάσεις και οι εξεγέρσεις έρχονται κατά κύματα. Έτσι έγινε και το 1848 ή με το τέλος των δύο παγκοσμίων πολέμων, έτσι έγινε και τη δεκαετία του 1960. Ο γαλλικός Μάης ήταν μια σημαντική στιγμή σε ένα παγκόσμιο ρεύμα που διαπέρασε όλο τον πλανήτη. Η επίδραση αυτού του ρεύματος στη γαλλική νεολαία και στους «ανήσυχους» εργάτες ήταν αποφασιστική.
Ο εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος του αλγερινού λαού ήταν καθοριστικός για τη συγκρότηση μιας πλατιάς πρωτοπορίας ενάντια στο γαλλικό ιμπεριαλισμό στην ίδια την καρδιά της Γαλλίας. Η τελευταία είχε κάνει την Αλγερία αποικία της από το 1930. Το γαλλικό εργατικό κίνημα ακόμα και στις επαναστατικές του στιγμές απέφευγε να θέσει το ζήτημα της απελευθέρωσής της. Το 1954 άρχισε ο πόλεμος που κατέληξε το 1962 στην απελευθέρωσή της κάτω από την ηγεσία του NLF (Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου}. Όλα τα αστικά κόμματα μαζί και οι Σοσιαλιστές δεν δίστασαν καθόλου να στηρίξουν τη βάρβαρη, πολύνεκρη και συνάμα αναποτελεσματική καταστολή του γαλλικού στρατού ενάντια στο κίνημα. Το ΓΚΚ ενέκρινε το 1956 τις έκτακτες εξουσίες και την επιστράτευση από μεριάς του γαλλικού κράτους, πετώντας στα σκουπίδια την αναγκαία διεθνιστική και αντιιμπεριαλιστική πτυχή του κομμουνιστικού κινήματος, τις καλύτερες παραδόσεις των μπολσεβίκων, του Λίμπκνεχτ και της Λούξεμπουργκ. Αντίθετα με αυτή τη στήριξη στη γαλλική αστική τάξη, υπήρξε ρεύμα ανυπακοής στις τάξεις του στρατού καθώς και λιποταξίες, δίκτυα αλληλεγγύης με το NLF και διαδηλώσεις στη Γαλλία καθώς και διαδοχικές διασπάσεις στην UEC (Ένωση Κομμουνιστών Φοιτητών), ενώ δημιουργήθηκε και το (Πανεπιστημιακό Αντιφασιστικό Μέτωπο (FUA). Αυτή η εμπειρία και η πρωτοπορία της αποτέλεσε τη μαγιά και για το Μάη.
Αν ο πόλεμος της Αλγερίας συγκρότησε από νωρίς την επαναστατική αριστερά, ο πόλεμος του Βιετνάμ πυρπόλησε τις μητροπόλεις του αναπτυγμένου καπιταλισμού, μαζί και των ΗΠΑ. Η Γαλλία δεν μπορούσε να μείνει απ έξω. Το Βιετνάμ, πρώην γαλλική αποικία κι αυτό είχε αποτινάξει το γαλλικό ζυγό με πρωτοπορία το ΚΚΒ από το 1954. Ωστόσο το νότιο τμήμα της χώρας είχε μείνει κάτω από την επικυριαρχία των ΗΠΑ οι οποίες πήραν τη σκυτάλη από τους γάλλους αποικιοκράτες. Ο κομμουνιστές ίδρυσαν το Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης του Νοτίου Βιετνάμ και οι αντάρτες Βιετκόγκ συνέχιζαν τον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο ενάντια στο στρατό των ΗΠΑ που μαζικοποίησε τη επέμβασή του από το 1965 και μετά. Η ηρωική διαδοχική πάλη του βιετναμέζικου λαού ενάντια σε δύο παγκόσμιες αυτοκρατορίες ενέπνευσε ένα παγκόσμιο γιγάντιο κίνημα αλληλεγγύης. Ενώ 500.000 περίπου στρατιώτες των ΗΠΑ βρίσκονταν στις ΗΠΑ, οι Βιετκόγκ στις 30 Ιανουαρίου του 1968 εξαπέλυσαν την περίφημη επίθεση του Τετ (βιετναμέζικη πρωτοχρονιά του σεληνιακού έτους) σε περίπου 100 πόλεις του Νοτίου Βιετνάμ μεταξύ αυτών και στη πρωτεύουσα Σαϊγκόν. Χιλιάδες αντάρτες μπήκαν κρυφά και επιτέθηκαν στο προεδρικό μέγαρο ενώ 20 Βιετκόγκ κατέλαβαν αιφνιδιαστικά την αμερικάνικη πρεσβεία κρατώντας την για έξι ώρες μέχρι την ανακατάληψή της. Συνολικά δέκα πόλεις, μεταξύ αυτών και η πρώην αυτοκρατορική πρωτεύουσα Χουέ κρατήθηκαν από τους Βιετκόγκ μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου. Αν και η επίθεση του Τετ από στρατιωτική άποψη κόστισε δεκάδες χιλιάδες νεκρούς αντάρτες χωρίς εδαφικά κέρδη, η συμβολική νίκη της ήταν αδιαμφισβήτητη. Ο πιο ισχυρός στρατός του κόσμου ταπεινώθηκε μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, παρότι έριξε στο Βιετνάμ περισσότερες βόμβες από ότι στη Γερμανία και στην Ιαπωνία στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.
Το ηχηρό μήνυμα ότι «όλα είναι δυνατά» το πήρε η γαλλική νεολαία. Το φθινόπωρο του 1966 ιδρύθηκε η CNV (Εθνική Επιτροπή Βιετνάμ) με βασική δύναμη την JCR (Επαναστατική Κομμουνιστική Νεολαία) που σύντομα διακλαδώθηκε σε μια σειρά επαρχιακές πόλεις και πολύ σύντομα στα λύκεια. Στους μαθητές οι επιτροπές για το Βιετνάμ μετασχηματίσθηκαν στις Επιτροπές Δράσης Λυκείων (CAL).
Η φλόγα των Τσε – Φιντέλ και η πολιτιστική επανάσταση
Από την άλλη μεριά του Ατλαντικού έρχονταν οι δονήσεις από τα λατινοαμερικάνικα επαναστατικά κινήματα. Η Κούβα του Φιντέλ και του Τσε αναδείκνυε τη δύναμη της επαναστατικής τόλμης και της διεθνιστικής αλληλεγγύης. Ο κομαντάντε Τσε είχε δολοφονηθεί τον Οκτώβρη του 1967 στη Βολιβία όπου πολεμούσε στο αντάρτικο. Η ιδέα όμως της ένοπλης αντιπαράθεσης με τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ φλόγιζε την αμερικανική ήπειρο και όχι μόνο. Στην πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης κυριαρχούσε το δόγμα της «ειρηνικής συνύπαρξης» με τον καπιταλισμό και του ανταγωνισμού με τα δικά του κριτήρια της οικονομικής αποτελεσματικότητας και της ανάπτυξης.
Η Κούβα έστελνε μηνύματα μιας διαφορετικής γραμμής. Σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό και ανίχνευση ενός μοντέλου σοσιαλιστικής οικοδόμησης διαφορετικού από την αυταρχική, γραφειοκρατική, τεχνοκρατική ακαμψία των χωρών της ανατολικής Ευρώπης. Την ίδια εποχή στην Κίνα βρισκόταν σε εξέλιξη η «πολιτιστική επανάσταση» που διακήρυσσε την πιο πλατιά συμμετοχή του λαού («βομβαρδίστε τα επιτελεία») και το ξεπέρασμα της αντίθεσης σωματικής και πνευματικής εργασίας. Μηνύματα εκδημοκρατισμού του «υπαρκτού σοσιαλισμού» έρχονταν και από την Τσεχοσλοβακία του Ντούμπτσεκ, στην «άνοιξη της Πράγας» που ήταν εν εξελίξει την περίοδο του Μάη του 1968. Όλα αυτά συνδέθηκαν με την πάλη ενάντια στο αστικό αυταρχικό καθεστώς της Γαλλίας κάτω από τον ντε Γκολ. Μπάμπης Συριόπουλος



Η έκρηξη του ’68 ήταν παγκόσμια – γι’ αυτό πιο επικίνδυνη

Το παγκόσμιο εξεγερτικό κύμα απέκτησε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε κάθε χώρα, όμως είχε και κοινά αίτια. Τελικά, μπορεί να ηττήθηκε, όμως δεν πέθανε και η παρακαταθήκη του είναι πολύτιμη για τις εξεγέρσεις και τις επαναστάσεις του μέλλοντος
Το παγκόσμιο κύμα του 1968 διαπέρασε την υφήλιο από τις ΗΠΑ και το Μεξικό μέχρι την Ιαπωνία. Οι επαναστάσεις και οι εξεγέρσεις, τα ξεσπάσματα της ταξικής πάλης γενικά, δεν εισάγονται ούτε εξάγονται, όπως και δεν αντιγράφονται. Αντίθετα, παίρνουν τα χαρακτηριστικά τους από το έδαφος στο οποίο «φυτρώνουν» και τη συγκεκριμένη συγκυρία, χρωματίζονται από τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε χώρας.
Εκτός όμως από τις ιδιαιτερότητες μοιράζονται κοινά αίτια και παρόμοιους εχθρούς. Οι ανάγκες του κεφαλαίου επέβαλλαν τη μαζικοποίηση της εκπαίδευσης (μαζί και της ανώτατης) δημιουργώντας ταυτόχρονα μια νεολαία με αυξημένες προσδοκίες που δύσκολα θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν εντός του συστήματος. Η αυτοπεποίθηση των εργαζόμενων (ιδίως των νέων) καθώς και των λαών του «Τρίτου Κόσμου» ήταν έντονα παρούσα. Ο πόλεμος του Βιετνάμ και ο ηρωικός και άνισος αγώνας των Βιετκόγκ ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, ιδίως με την τροπή που πήρε με την «επίθεση του Τετ», έδειχνε το δρόμο. Η επαναστατική Κούβα που αψηφούσε τις ΗΠΑ κάτω από τη μύτη τους, έστελνε το ίδιο μήνυμα, ενώ ο Γκεβάρα έκανε σαφές ότι οι επαναστάτες δεν θέλουν να πάρουν τη θέση της παλιάς εξουσίας, αλλά να αλλάξουν τον κόσμο.
Το παγκόσμιο κύμα που σηματοδοτήθηκε από το Μάη του ’68 ηττήθηκε. Μία πτέρυγά του στράφηκε προς την ατομική τρομοκρατία (στην Ιταλία και όχι μόνο). Συνηθέστερα, κυριάρχησε ο κοινοβουλευτικός-κυβερνητικός ρεφορμισμός, προτού ισοπεδωθεί κι αυτός με τη σειρά του από τον επελαύνοντα νεοφιλελευθερισμό. Επακολούθησε, επίσης, η κατάτμησή του σε μονοθεματικά και ταυτοτικά κινήματα, κοντόφθαλμα και ρεφορμιστικά ταυτόχρονα. Το εξεγερτικό πνεύμα του ’68, όμως, παραμένει πολύτιμη παρακαταθήκη για τις επαναστάσεις του μέλλοντος.
ΙΤΑΛΙΑ
Ο παρατεταμένος «εργατικός» Μάης
Το ΚΚ Ιταλίας είχε από καιρό προσχωρήσει στον κοινοβουλευτικό και κυβερνητικό δρόμο της συνεργασίας με τους σοσιαλιστές. Παρ’ ότι η επιρροή του στην εργατική τάξη ήταν τεράστια, την εξαργύρωνε στους αστικούς θεσμούς του κοινοβούλιου και των δήμων. Το φοιτητικό κίνημα όμως και οι νέοι εργάτες, εσωτερικοί μετανάστες από τον ιταλικό νότο που επάνδρωναν τις βιομηχανίες του βορρά, αμφισβητούσαν την ηγεμονία του. Τη νύχτα της 29 Φλεβάρη με 1 Μάρτη η διαδήλωση 4.000 φοιτητών, επιδιώκοντας να μπει στην κατειλημμένη από την αστυνομία Αρχιτεκτονική, φτάνει στην ήσυχη περιοχή της Βάλε Τζούλια στη Ρώμη και συγκρούεται με την αστυνομία για ώρες, με αποτέλεσμα 600 τραυματίες.
Ήταν η αρχή της φοιτητικής έκρηξης. Στις 30 Μαρτίου η Fiat, η ναυαρχίδα της ιταλικής αυτοκινητοβιομηχανίας, ζει μια συγκλονιστική απεργία. Ο «εργάτης μάζα» της αλυσίδας παραγωγής διεκδικoύσε λόγο στο τι και πώς παράγεται όπως και την εκλογή αντιπροσώπων ανά τμήμα παραγωγής.
Ο «ιταλικός Μάης» ήταν παρατεταμένος και πολύ πιο εργατικός από αλλού. Ήδη, είχε προηγηθεί η μεγάλη απεργία της Fiat ενάντια στη συλλογική σύμβαση που είχε υπογράψει το συνδικάτο όπου για πρώτη φορά εκδηλώνεται και μορφοποιείται η τάση ρήξης της εργατικής βάσης με τον συμβιβασμένο συνδικαλισμό. Ακολουθεί το ιταλικό «θερμό φθινόπωρο» του 1969 συγκλονίζει τη χώρα με 500 εκατομμύρια χαμένες ώρες εργατοώρες και συγκρούσεις με την αστυνομία και τους φασίστες. Ο εργατικός αναβρασμός συμβάδιζε και με τη συγκρότηση οργανώσεων όπως η «Συνεχής Πάλη» (Lotta Continua) το «il Manifesto» και την «Εργατική Εξουσία» (Potere Operaio), καθώς και τη θεωρητική αναζήτηση ενός σύγχρονου περιεχομένου για την επαναστατική εργατική πάλη.
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Το σιδερένιο χέρι της αστικής εξουσίας
Στην τότε Δυτική Γερμανία (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας), χωρίς μαζικές ανατρεπτικές τάσεις στην εργατική τάξη, κυριαρχούσε ο γκρίζος δικομματισμός Σοσιαλδημοκρατών και Χριστιανοδημοκρατών. Κορμός του κινήματος ήταν η Σοσιαλιστική Φοιτητική Ένωση (SDS) που είχε αποχωρήσει από τους σοσιαλδημοκράτες το 1958 και η APO (Εξωκοινοβουλευτική Αντιπολίτευση) που συνένωνε την επαναστατική Αριστερά της χώρας.
Θρυαλλίδα για το ξέσπασμα του κινήματος ήταν η επίσκεψη του Σάχη του Ιράν. Κατά τη διάρκεια διαδήλωσης διαμαρτυρίας εναντίον του, δολοφονήθηκε με πυροβολισμό ο φοιτητής Μπέννο Όνεζογκ, στις 2 Ιουνίου 1967. Οι διαδηλώσεις αλληλεγγύης με το λαό του Βιετνάμ συνεχίζονταν και στις 11 Απρίλη 1968, ο Ρούντι Ντούτσκε, ένας από τους ηγέτες του SDS και της APO, δέχτηκε τρεις πυροβολισμούς από έναν ακροδεξιό. Επέζησε βαριά τραυματισμένος και τελικά πέθανε τον Δεκέμβριο του 1979 από ατύχημα κατά τη διάρκεια επιληπτικής κρίσης που οφειλόταν στον τραυματισμό του.
Αυτές οι δυο δολοφονικές ενέργειες και όχι μόνο (άλλοι τρεις νεκροί υπήρξαν αυτή την περίοδο) ήταν η αφορμή για το αποκορύφωμα του κινήματος τον Μάη του 1968. Η δυτικογερμανική κυβέρνηση κατέθεσε πλαίσιο για την κήρυξη κατάστασης εκτάκτου ανάγκης όποτε επιβαλλόταν. Παρά τη διαδήλωση 80.000 ατόμων στην τότε πρωτεύουσα Βόννη στις 30 Μάη εγκρίθηκε από τη Βουλή το νέο αυταρχικό πλαίσιο. Αυτό σηματοδότησε και την ήττα του κινήματος.
ΗΠΑ
Κοκτέιλ καπιταλισμού, πολέμου και ρατσισμού
Το αμερικάνικο ’68, στην «καρδιά του κτήνους», έδωσε τη δική του πολύτιμη συνεισφορά στο παγκόσμιο εξεγερτικό κύμα, πρώτα απ’ όλα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Η «επίθεση του Τετ» έδειξε ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούσαν να νικήσουν σε αυτόν τον πόλεμο. Τον Απρίλη και τον Μάη κύμα καταλήψεων σαρώνει τα αμερικάνικα πανεπιστήμια, οι φοιτητές συγκρούονται με την αστυνομία, ενώ το αντιπολεμικό κίνημα εντείνει τη δράση του, οι λιποταξίες αυξάνονται, ενώ απλώνει τη δράση και στο στρατό των ΗΠΑ στο Βιετνάμ.
Το άλλο θέμα που ταλάνιζε την αμερικάνικη κοινωνία ήταν το φυλετικό. Οι αγώνες για τη χειραφέτηση των μαύρων γνώριζαν όλη τη δεκαετία του ’60 μια πρωτόγνωρη άνοδο. Αν στο νότο κυριαρχούσε η ειρηνική δημοκρατική πλευρά του κινήματος (με ηγέτη το Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ), στις βιομηχανικές πόλεις του βορρά με τους μαύρους εργάτες που είχαν έρθει από το νότο, κυριαρχούσαν ο Μάλκολμ Χ και μετέπειτα οι «Μαύροι Πάνθηρες». Ο Κίνγκ δολοφονήθηκε στη Μέμφιδα στις 4 Απριλίου του 1968 (ο Μάλκολμ Χ είχε δολοφονηθεί το 1965). Μετά τη δολοφονία έγιναν εξεγέρσεις σε 110 πόλεις ενώ η Ουάσιγκτον κηρύχθηκε σε κατάσταση πολιορκίας. Οι Μαύροι Πάνθηρες χωρίζονταν σε δύο τάσεις από τις οποίες η αριστερή εμπνέονταν από τον Μαρξ, το Γκεβάρα και το Μάο και διακήρυσαν τον «πόλεμο των τάξεων και όχι των χρωμάτων».
Εμβληματική μορφή του μαύρου, του γυναικείου και του κομμουνιστικού κινήματος ήταν η Άντζελα Ντέιβις. Σε ηλικία 25 χρόνων έγινε επίκουρη καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, μέλος του ΚΚ ΗΠΑ και αποβάλλεται γι αυτό το λόγο. Ταυτόχρονα ήταν μέλος των Μαύρων Πανθήρων. Το 1970 το FBI έστησε σκευωρία σε βάρος της και αθωώθηκε στη δίκη όπου κατηγορούνταν για συμμετοχή σε τρομοκρατική δολοφονία.
ΜΕΞΙΚΟ
Η ματωμένη Ολυμπιάδα και οι σηκωμένες γροθιές
Στις 26 Ιούλη, επέτειο της κουβανικής επανάσταση,ς έγινε διαδήλωση υπεράσπισης της Κούβας από χιλιάδες φοιτητές. Οι συγκρούσεις που ακολούθησαν με το στρατό τις επόμενες μέρες είχαν νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Το κίνημα συνεχιζόταν όλο το καλοκαίρι και το Σεπτέμβρη όλα τα σχολεία και τα πανεπιστήμια βρέθηκαν κατειλημμένα. Το εκπαιδευτικό κίνημα δημιούργησε τις δικές του μορφές αυτοοργάνωσης και κέρδισε μαζική υποστήριξη σε γειτονιές και χώρους εργασίας. Ταυτόχρονα απηχούσε και τις διεργασίες στην επαναστατική Αριστερά.
Το μισο-δικτατορικό καθεστώς του PRI (Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα) είχε αναλάβει την Ολυμπιάδα του 1968 που θα άρχιζε στις 12 Οκτώβρη. Στις 2 του μήνα, η μεγάλη διαδήλωση στην πλατεία Τλατελόλκο της πόλης του Μεξικού χτυπήθηκε από το στρατό μετά από προβοκάτσια. Το αποτέλεσμα ήταν 400 νεκροί. Έτσι έγινε η ματωμένη Ολυμπιάδα του Μεξικού στην οποία οι δύο από τους τρεις νικητές στην κούρσα των 200 μέτρων (ο πρώτος κι ο τρίτος), ο Τόμι Σμιθ κι ο Τζον Κάρλος δεν στάθηκαν προσοχή στον αμερικάνικο εθνικό ύμνο, αντίθετα ύψωσαν τις μαυροντυμένες γροθιές τους σε ένδειξη αντίθεσης στο ρατσισμό των ΗΠΑ. Το Μεξικό δεν θα ναι ποτέ πια το ίδιο μετά τη σφαγή του Τλατελόλκο.
ΙΑΠΩΝΙΑ
Όταν οι Σαμουράι σήκωσαν το ταξικό σπαθί
Το εργατικό κίνημα μετά τον πόλεμο ήταν απειλητικό και στην Ιαπωνία. Το 1948 δημιουργήθηκε με την ηγεμονική παρουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος (τότε) η φοιτητική οργάνωση Zengakuren. Παρά τις διασπάσεις, έπαιξε τον ηγετικό ρόλο στα γεγονότα του ιαπωνικού ’68. Η «χρονιά» ξεκίνησε στις 19 Γενάρη στην πόλη Σασέμπο νοτιοδυτικά της χώρας, όταν η Sampa Zengakuren (η πιο μαζική φοιτητική οργάνωση) αντιτάχθηκε στον ελλιμενισμό του αεροπλανοφόρου των ΗΠΑ Έντερπράιζ. Τον Απρίλιο, στο βόρειο Τόκιο έγιναν διαδηλώσεις έξω από το αμερικάνικο στρατιωτικό νοσοκομείο που φιλοξενούσε τραυματίες από το Βιετνάμ.
Κορυφαία στιγμή του κινήματος ήταν η κατάληψη, τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς, του σιδηροδρομικού σταθμού της Σινζούκου (της εμπορικής καρδιάς του Τόκιο), από τις Αντιπολεμικές Συσπειρώσεις Νεολαίας. Με αυτή την κίνηση, επιδίωκαν να διακόψουν, έστω και προσωρινά, τον ανεφοδιασμό των αμερικάνικων βάσεων. Οι γιαπωνέζοι φοιτητές και η Zengakuren (υπάρχει και σήμερα) έγιναν γνωστοί παγκοσμίως για τη μαχητικότητά τους στις συγκρούσεις με την αστυνομία όπου χρησιμοποιούσαν μακριά κοντάρια και λάβαρα που θύμιζαν έντονα ταινίες του Κουροσάβα. Μπάμπης Συριόπουλος



Σε δρόμους που καίνε

Ο γαλλικός Μάης είναι ένα από εκείνα τα «συμβάντα» της ταξικής πάλης όπου ο πολιτικός χρόνος συμπυκνώνεται εξαιρετικά και τα γεγονότα τρέχουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Μία από εκείνες τις «στιγμές» που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια, ωστόσο τα υπόγεια ρεύματα που κινούν την ιστορία τις προετοιμάζουν με απόλυτη βεβαιότητα.
Πράγματι, λίγες ημέρες πριν κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει τι θα επακολουθούσε. Στο διάγγελμά του (31/12/1967) για τη νέα χρονιά, ο πρόεδρος Σαρλ Ντε Γκολ θεωρούσε πως μόνο «κλυδωνισμοί ικανοί να αναστατώσουν το Σύμπαν θα μπορούσαν να μας κάνουν να παραλύσουμε από κρίσεις». Στις 15 Μάρτη, ο Πιέρ Βιανσόν-Ποντέ, κορυφαία πένα της γαλλικής δημοσιογραφίας διαπίστωνε στην εφημερίδα Μοντ πως «η Γαλλία πλήττει», ενώ στα τέλη Απριλίου το ΓΚΚ διαβεβαίωνε το τμήμα διεθνών σχέσεων του ΚΚΣΕ ότι «δεν ετοιμάζεται τίποτα σοβαρό» και η γαλλική Ασφάλεια διαπίστωνε ότι «η φοιτητική μάζα δεν συμμετέχει στα έκτροπα». Αντιθέτως, ο Γκοντάρ στην Κινέζα έδειχνε να ψυχανεμίζεται τι γίνεται στη Ναντέρ.
Η φοιτητική σπίθα
Η 3η Μαΐου 1968 ήταν ημέρα κομβική. Ήταν η ημέρα που στην Ουμανιτέ δημοσιευόταν άρθρο-καταπέλτης του Ζορζ Μαρσέ, ηγετικού στελέχους του ΓΚΚ, κατά των «γκρουπούσκουλων», των μικρών πολιτικών ομάδων, οι οποίες πρωτοστατούσαν στις έως τότε φοιτητικές κινητοποιήσεις και κινούνταν στα αριστερά του κόμματος, έχοντας προέλθει σε μεγάλο βαθμό από διασπάσεις της φοιτητικής νεολαίας του ή από τους καταστασιακούς και τον αναρχικό χώρο. Ήταν όμως και η ημέρα που τούτες οι κινητοποιήσεις ξεπερνούσαν τον μικρό κύκλο των «μυημένων», έβγαιναν από τους φοιτητικούς χώρους της Ναντέρ και της Σορβόνης και μεταφέρονταν στο Καρτιέ Λατέν και το Παρίσι γενικότερα.
Πολλοί απέδωσαν το πέρασμα από τις διάσπαρτες και μειοψηφικές ενέργειες, τις προκλήσεις και τις παραδειγματικές πράξεις στο πραγματικό κίνημα στον υπερβάλλοντα ζήλο των κατασταλτικών αρχών, που με τη βαναυσότητά τους πυροδότησαν τη φοιτητική αντίδραση. Δεν ήταν μόνο ή κυρίως αυτό. Η εκρηκτική ύλη που συσσώρευαν ο ακαδημαϊκός αυταρχισμός και η αβέβαιη επαγγελματική προοπτική, η ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Βιετνάμ, ο τεχνοκρατισμός και η παράδοση των σπουδών στο κεφάλαιο, ο πουριτανισμός και η ρηχότητα της ζωής – αυτά ήταν που έφερναν κατά χιλιάδες πλέον τους φοιτητές σε δρόμους που καίνε.
Το βήμα της 3ης Μαΐου έγινε μεγαλύτερο στις 6 Μαΐου, ημέρα κατά την οποία οκτώ φοιτητές της Ναντέρ παραπέμπονταν στο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Τους συμπαραστάθηκαν το πρωί 5.000 φοιτητές, που το απόγευμα διπλασιάστηκαν. Για να αντιμετωπίσουν την αστυνομική αγριότητα, οι φοιτητές χρησιμοποίησαν μαζικά τους κυβόλιθους με τους οποίους ήταν στρωμένοι οι δρόμοι. Εξ ου και το σύνθημα: «Κάτω από το πλακόστρωτο υπάρχει παραλία». Αφορούσε μόνο την άμμο που βρισκόταν κάτω από τους κυβόλιθους ή ήταν αλληγορικό;
Το μέσο αυτό θα χρησιμοποιηθεί πολύ πιο μαζικά στις 10 Μαΐου, στην πρώτη νύχτα των οδοφραγμάτων – η επόμενη ήταν στις 24 Μαΐου. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο κορυφαίες στιγμές θα παρεμβληθούν η απεργία, οι καταλήψεις δεκάδων σχολών και οι ατελέσφορες προσπάθειες συνάντησης των φοιτητών με τους αγωνιζόμενους εργάτες.
Οι εργάτες στο προσκήνιο
Σχεδιάστηκε για να είναι μια τυπική απεργία διαμαρτυρίας για τα δεκάχρονα της προεδρίας Ντε Γκολ και μια εκτονωτική κίνηση απέναντι στο φοιτητικό κίνημα. Όμως το ένα εκατομμύριο εργατών που ξεχύθηκε στους δρόμους στις 13 Μαΐου έφερε στο προσκήνιο μια βαθύτερη διεργασία, την οποία τα γραφειοκρατικά συνδικάτα δεν μπορούσαν να προβλέψουν.
Δεν είχαν δώσει σημασία στις «άγριες» απεργίες που είχαν εκδηλωθεί το προηγούμενο διάστημα σε αρκετά εργοστάσια, με πρωταγωνιστές τους νέους εργάτες, στήριξη σε διαδικασίες βάσης και αμφισβήτηση του επίσημου συνδικαλιστικού κινήματος. Έτσι αιφνιδιάστηκαν με τη δυναμική που απελευθερώθηκε στην απεργία και προσπάθησαν να ξανακλείσουν το τζίνι στο μπουκάλι, εστιάζοντας σε στενά οικονομικές διεκδικήσεις (η κομμουνιστική CGT) ή σε θεσμικές (η σοσιαλιστική συνομοσπονδία).
Μία ημέρα μετά, οι εργάτες της Sud-Aviation έδειχναν ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν εύκολο. Κάτι πιο βαθύ βρισκόταν σε εξέλιξη. Την κατάληψη της αεροναυπηγικής εταιρείας, η οποία οργανώθηκε «από τα κάτω», διαδέχτηκαν σαν χιονοστιβάδα καταλήψεις σε δεκάδες εργοστάσια –μεταξύ αυτών και το εμβληματικό εργοστάσιο της Ρενό στην Μπουλόν-Μπιγανκούρ, λίγο έξω από το Παρίσι– και απεργίες σχεδόν σε όλες τις επιχειρήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Έτσι, το δεκαήμερο 17-27 Μαΐου η Γαλλία είχε παραλύσει, από μια απεργία που στην ουσία ήταν γενική και κάλυπτε 8 εκατομμύρια εργαζομένους.
Αυτό σε πρώτο πλάνο. Γιατί σε δεύτερο –που, όπως αποδείχτηκε, ήταν πολύ σημαντικό– σοβούσαν εσωτερικές συγκρούσεις στις συνειδήσεις και την πρακτική των απεργών: αυθεντική κατάληψη ή ανάθεση, ριζοσπαστική διεκδίκηση ή παζάρεμα καλύτερου μισθού, συνάντηση με τη νεολαία ή υγειονομική ζώνη απέναντί της;
Κι ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, τα συνδικάτα κάθονταν στο τραπέζι του κοινωνικού διαλόγου με την κυβέρνηση και την εργοδοσία, για να υπογράψουν στις 27 Μαΐου τις συμφωνίες της Γκρενέλ (από το όνομα του δρόμου που βρισκόταν το Υπουργείο Κοινωνικών Υποθέσεων). Οι «κατακτήσεις» που εξασφάλισαν δεν στάθηκαν ικανές να κάμψουν τους εργάτες. Το διαπίστωσαν πρώτοι οι ηγέτες της CGT, στο ίδιο τους το κάστρο, στην Μπουλόν-Μπιγιανκούρ.
Η ώρα της πολιτικής
Το απόγευμα της 27ης Μαΐου ήταν φανερό ότι η Γαλλία ζούσε έναν σοβαρό κλονισμό του αστικού στάτους και έμπαινε εκ των πραγμάτων ζήτημα τούτης ή της άλλης συνολικής πολιτικής λύσης. Όχι ότι ως τότε δεν υπήρχε πολιτικό ζήτημα, απλώς δεν ήταν τόσο καταλυτικά στο προσκήνιο.
Την ημέρα εκείνη, οι κυρίαρχοι αστικοί κύκλοι έδειχναν να ανησυχούν για τη δυναμική των πραγμάτων και να προβληματίζονται για την τακτική που έπρεπε να ακολουθηθεί και τη διάταξη του κομματικού χάρτη μετά την αποτυχία τόσο της τακτικής του μαστίγιου (καταστολή, γραμμή Ντε Γκολ) όσο και του καρότου (συμφωνίες Γκρενέλ, γραμμή Πομπιντού). Από την άλλη, ο ριζοσπαστισμός ενός τμήματος των εργαζομένων και των νέων έδειχνε να μην ικανοποιείται με ψίχουλα, να αναζητά άλλου τύπου απαντήσεις, να μην εγκλωβίζεται εύκολα στις υφιστάμενες συνδικαλιστικές δομές και τη χειραγώγηση από τύποις αριστερά ή κομμουνιστικά κόμματα.
Πώς απάντησαν στο ζήτημα που είχε τεθεί οι πρωταγωνιστές του Μάη; Ένα τμήμα του φοιτητικού κινήματος το βράδυ της 27ης Μαΐου βρέθηκε στο στάδιο Σαρλετί να διασπαθίζει τους αγώνες του σε μια κοινοβουλευτικού τύπου λύση, που συμπυκνωνόταν στο πρόσωπο του σοσιαλιστή Μαντές-Φρανς, πρώην πρωθυπουργού και του πιο αγαπητού στο κατεστημένο υποστηρικτή των φοιτητών. Το ΓΚΚ, που μέχρι τότε έδινε μάχη για να περιοριστούν οι εργατικοί αγώνες σε οικονομικά αιτήματα, πρόβαλλε ως λύση τη «λαϊκή δημοκρατική κυβέρνηση με τη συμμετοχή των κομμουνιστών», η οποία θα προέκυπτε από την κοινοβουλευτική συνεργασία του κόμματος με τη σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία του Φρανσουά Μιτεράν. Ο τελευταίος, πρότεινε στις 28 Μαΐου μια κοινοβουλευτική λύση που συνδύαζε τις δύο προηγούμενες, με τον ίδιο κυρίαρχο και στην προεδρία και υποβαθμισμένο ρόλο του ΓΚΚ. Οι τροτσκιστές υποστήριξαν μια παραλλαγή της πρότασης του ΓΚΚ, χωρίς τον Μαντές-Φρανς και τον Μιτεράν, και συμμετείχαν στη διαδήλωση που οργάνωσε η CGT το μεσημέρι της 29ης Μαΐου για να υποστηρίξει την πολιτική πρόταση του κόμματος.
Και οι πάνω; Οι πάνω ταλαντεύτηκαν. Εξέτασαν τον κίνδυνο μιας ριζοσπαστικής εξέλιξης αλλά και το ενδεχόμενο να κάνουν πέρα τον «Γέρο», όπως αποκαλούσαν τον στρατηγό Ντε Γκολ. Τελικά, όμως, αυτός (αντιπροσωπεύοντας τον αστικό κόσμο) ήταν που έδωσε τη λύση. Εξασφάλισε τη στήριξη του στρατού και κινητοποίησε επίλεκτες δυνάμεις του γύρω από τη γαλλική πρωτεύουσα. Μάλιστα, στις 29 Μαΐου, εξαφανίστηκε για κάποιες ώρες, για να μεταβεί στο Μπάντεν-Μπάντεν στη Γερμανία, όπου έδρευαν 70.000 Γάλλοι στρατιώτες. Κι όταν βεβαιώθηκε ότι το ΓΚΚ δεν είχε πρόθεση να καταλάβει την εξουσία και ο ίδιος είχε τη στήριξη του στρατού, επέστρεψε στη Γαλλία. Με βαρυσήμαντο διάγγελμά του, στις 30 Μαΐου, προκήρυσσε εκλογές και έθετε το δίλημμα: «Ντε Γκολ ή ολοκληρωτικός κομμουνισμός». Πέταξε το γάντι σε κάποιους (ΓΚΚ) που ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν να το σηκώσουν. Χρησιμοποίησε μια απειλή που στην πραγματικότητα δεν υπήρχε για να συσπειρώσει τους καθωσπρέπει και συντηρητικούς Γάλλους. Και το πέτυχε. Φάνηκε αυτό την ίδια ημέρα, όταν εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι πλημμύρισαν τους δρόμους του Παρισιού για να τον υποστηρίξουν. Την ημέρα εκείνη έκλεισε στην ουσία η δυνατότητα του Μάη να μετεξελιχθεί σε άμεση πολιτική ανατροπή* η ρωγμή του όμως παρέμεινε. Φοίβος Λιναρδάτος

Το μετέωρο βήμα του εργατικού Μάη

Η είσοδος του εργατικού κινήματος στο προσκήνιο του Μάη δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, όπως έδειχνε. Στην κορύφωση της μεταπολεμικής οικονομικής ανόδου, υπενθύμιζε στην ισχυριζόμενη το αντίθετο αστική τάξη ότι υπάρχουν ακόμα εργατική τάξη και επαναστατικές απειλές. Και στη ρεφορμιστική Αριστερά ότι η εργατική τάξη δεν θα την ακολουθεί πάντα στον κατήφορό της.
Από τις σποραδικές μάχες στην εργατική έκρηξη
Η έντονη προβολή από την άρχουσα τάξη, αλλά και τα ρεφορμιστικά ρεύματα κάθε απόχρωσης, τότε και σήμερα, της φοιτητικής κυρίως εξέγερσης προσπαθεί να αποκρύψει όχι μόνο τους βαθύτερους λόγους που γέννησαν τα γεγονότα, αλλά και τον πραγματικό χαρακτήρα του Μάη. Η εργατική πλευρά του υποτιμήθηκε και από το παραδοσιακό κομμουνιστικό κίνημα, το οποίο χαρακτηρίζει τα κινήματα της περιόδου μικροαστικά μόνο και μόνο για να μη «θυμάται» κάποια κρίσιμα αλλά… ενοχλητικά χαρακτηριστικά τους.
Ένα ολόκληρο φορτίο είχε «συσσωρευτεί» ως υλική βάση της εργατικής έκρηξης. Σχετιζόταν με την κόπωση της μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης, τον σφοδρό ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό, τη δυσκολία στη χρηματοδότηση του «κράτους πρόνοιας» που προήλθε από την απώλεια των γαλλικών αποικιών και τις αναδιαρθρώσεις που άρχισαν να επιβάλλονται από τη συμμετοχή στην τότε ΕΟΚ. Έτσι, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεσπούν απεργίες, με σημαντικότερες των ανθρακωρύχων (1963) και των εργαζομένων στις κρατικές επιχειρήσεις (1964). Ακόμα και τον Γενάρη του ’68 υπήρξαν βίαιες συγκρούσεις σε απεργίες στην Καν, στο εργοστάσιο Μπερλιέ στη Λιόν και στο Λε Μαν.
Ως συνέχεια, αλλά κυρίως κλιμάκωση των προηγούμενων εργατικών κινητοποιήσεων, στα γεγονότα του Μάη συμμετείχαν εκατομμύρια εργαζόμενοι, ενώ η συμμετοχή των φοιτητών στις διαδηλώσεις της περιόδου έφτασε περίπου στις τριάντα χιλιάδες. Στην κορύφωση του Μάη, σε όλη τη Γαλλία περίπου οκτώ εκατομμύρια εργαζόμενοι έδιναν αγωνιστικό παρών, απεργώντας ή συμμετέχοντας σε διάφορων μορφών κινητοποιήσεις.
Η απεργία των 8 εκατομμυρίων
Αρχικά, τα εργατικά αιτήματα αφορούσαν την αύξηση των μισθών και τη μείωση των ωρών εργασίας. Στην πορεία, προστέθηκαν η καταπολέμηση της ανεργίας και η κοινωνική ασφάλιση. Μετά τη μεγάλη απεργία της 13ης Μάη, η εργατική εξέγερση κλιμακώνεται με καταλήψεις εργοστασίων, όπως της Ρενό, ναυπηγείων, επιχειρήσεων ενέργειας, μέσων μεταφοράς κ.λπ. Τα συνθήματα των απεργιών και των καταλήψεων εξέφραζαν τη σταδιακή διαφοροποίηση των συνειδήσεων. Έτσι, θα φτάσουν και στο: «Το αφεντικό έχει ανάγκη εσένα, δεν το έχεις εσύ ανάγκη».
Είναι το κρίσιμο σημείο όπου η δράση της εργατικής τάξης τείνει να ξεπεράσει τον ρεφορμιστικό συνδικαλισμό των επίσημων συνομοσπονδιών, κυρίως της CGT, αλλά και τα όρια του Γαλλικού ΚΚ, και δείχνει ότι μπορεί να δώσει νέες διαστάσεις στην αναμέτρηση. Σε αυτή την εξέλιξη συνέβαλε και η δράση μικρών ριζοσπαστικών-κομμουνιστικών ομάδων και τάσεων που, αν και ξεκινούσαν από τα πανεπιστήμια, είχαν στην οπτική τους –λιγότερο ή περισσότερο σωστά– τη σύνδεση φοιτητικού και εργατικού κινήματος, δημιουργούσαν κοινές επιτροπές αγώνα και παρέμβαιναν στα αγωνιζόμενα εργοστάσια. Είναι επίσης η ώρα ενός συνθήματος που προβάλλεται συχνά απευθυνόμενο στους νέους – που πρωταγωνιστούσαν στις «άγριες απεργίες» και τις καταλήψεις εργοστασίων: «Εργαζόμενε, είσαι 25 χρονών, αλλά το συνδικάτο σου είναι του προηγούμενου αιώνα»!
Οι καταλήψεις και οι απεργίες απλώνονται σε όλη την Γαλλία. Εργοστασιακές επιτροπές, επιτροπές αγώνα, συνελεύσεις, μορφές εργατικού ελέγχου αναπτύσσονται σε πολλούς εργασιακούς χώρους – όχι παντού όμως, με τη λογική της ανάθεσης να είναι σε πολλές περιπτώσεις κυρίαρχη και το βήμα της ριζοσπαστικοποίησης μισό κι αβέβαιο.
Κάπως έτσι άρχισε όχι μόνο να απειλείται η κυβέρνηση των Ντε Γκολ-Πομπιντού, αλλά να κλυδωνίζονται όλη η αστική σταθερότητα και ο κρατικός μηχανισμός. Και τότε, κυβέρνηση και «κοινωνικοί εταίροι» υπέγραψαν τις συμφωνίες της Γκρενέλ. Περιείχαν βελτιώσεις (αυξήσεις, συνδικαλιστικές ελευθερίες, σταδιακή μείωση ωρών εργασίας κ.ά.), που όμως το σύστημα τις αντιμετώπιζε ως αναγκαίο κακό για τη διάσωσή του, γι’ αυτό την αμέσως επόμενη περίοδο εξανεμίστηκαν.
Οι εργαζόμενοι αρνήθηκαν να επικυρώσουν τις συμφωνίες και έδειξαν και πάλι μαχητικές διαθέσεις. Όμως δεν φάνηκε να έχουν πολιτική λογική και μορφές κλιμάκωσης, να είναι σε θέση να βαδίσουν σε έναν άλλο τύπο συνδικαλισμού, να προσανατολιστούν σε μια άλλη πολιτική προοπτική. Έτσι, όταν το αστικό κράτος και οι διαχειριστές του αναδιοργανώθηκαν και αντεπιτέθηκαν, φάνηκαν τα όρια και του εργατικού Μάη. Του Μάη που στην πραγματικότητα δεν «ηττήθηκε», κυρίως γιατί έδειξε την πάντα επίκαιρη εξεγερτική και ανατρεπτική δυνατότητα της εργατικής τάξης.  Γρηγόρης Μαυρειδόπουλος



Η νεολαία αμφισβητεί έναν κόσμο γερασμένο

Ο Μάης έδειξε πως ακόμη και στην καρδιά του αναπτυγμένου καπιταλισμού, ακόμη και σε μια εποχή που αυτός φαίνεται να σαρώνει τα πάντα -άρα, γιατί όχι και σήμερα- μπορούν να υπάρχουν εκρήξεις ριζοσπαστικές, που βάζουν απέναντι ολόκληρο το καπιταλιστικό μοντέλο και διερευνούν μια προοπτική πέρα κι ενάντια σε αυτό.
Η νεολαία, ως ευαίσθητος παλμογράφος κάθε εποχής, αντιλαμβάνεται ότι ο καπιταλισμός, παρά τα ιδεολογήματα περί «αφθονίας», δεν μπορεί να δώσει ένα θετικό όραμα
Αν και μπορεί να μοιάζει με κλισέ, στην πραγματικότητα ο Μάης παραμένει επίκαιρος ακριβώς γιατί τα αίτια που έβγαλαν τους φοιτητές τότε στο προσκήνιο και στα οδοφράγματα παραμένουν και εντείνονται. Έτσι σήμερα το άρωμα του Μάη είναι ακόμη εκεί, στη χώρα που τον γέννησε, στις μεγάλες συνελεύσεις, καταλήψεις και πορείες των εργατών και των φοιτητών της Γαλλίας κόντρα στην αναδιάρθρωση της παιδείας και του δημοσίου που επιχειρεί η κυβέρνηση Μακρόν. Αλλά είναι κι εδώ και παντού όπου ο κόσμος του κεφαλαίου, για να ξεπεράσει την κρίση του, επιτίθεται με τις ίδιες περίπου συνταγές στη νεολαία και τον κόσμο της εργασίας.
«Στην πραγματικότητα, αν υπάρχει ένα πρόβλημα της “νεολαίας” στη σύγχρονη κοινωνία, αυτό οφείλεται στο ότι η νεολαία αισθάνεται με περισσότερη οξύτητα τη βαθιά κρίση αυτής της κοινωνίας. Όντας κατεξοχήν προϊόν της σύγχρονης κοινωνίας, είναι κι η ιδία σύγχρονη είτε για να ενσωματωθεί σ’ αυτήν ανεπιφύλακτα, είτε για να την αρνηθεί ριζικά». Γραμμένο, θά ‘λεγε κανείς για το σήμερα, για το σημερινό κορυφαίο δίλημμα που προβάλλει και τώρα ως επιλογή ζωής για τη σύγχρονη νεολαία, τούτο το ερώτημα που διατυπώνει η μικρή μπροσούρα με τίτλο Για την αθλιότητα των φοιτητικών κύκλων, που κυκλοφόρησε το φθινόπωρο του 1966 στο Στρασβούργο, μας βοηθά να δούμε τα αίτια της φοιτητικής έκρηξης του 1968.
Για να δούμε, όμως, τα αίτια, πρέπει να ψάξουμε νωρίτερα. Είκοσι και κάτι χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου φαίνεται να πλησιάζει το τέλος της «χρυσής τριακονταετίας» του καπιταλισμού και ο ίδιος αρχίζει να δείχνει τα πρώτα του λαχανιάσματα. Σε αυτό το κλίμα, η νεολαία, η οποία για πρώτη φορά στην ιστορία βρίσκεται πλέον τόσο μαζικά στα πανεπιστήμια, ως ευαίσθητος παλμογράφος κάθε εποχής, αντιλαμβάνεται ότι ο καπιταλισμός, παρά τα αστικά ιδεολογήματα της εποχής περί «αφθονίας», σταθερής απασχόλησης κλπ., δεν μπορεί να της δώσει ένα θετικό όραμα. Το πολύ να της προσφέρει μια ζωή που, στην καλύτερη περίπτωση, δεν θα διαφέρει από αυτή των πατεράδων και των παππούδων της.
Παράλληλα βλέπει πως ο πιεστικός και κουραστικός δρόμος της ανώτατης παιδείας, ο οποίος το προηγούμενο διάστημα μπορούσε να της εγγυηθεί οικονομική και κοινωνική ανέλιξη, πλέον έχει μετατραπεί σε μια κούρσα που καταδικάζει την πλατιά πλειοψηφία των φοιτητών της εποχής στη ζωή που επιφύλασσε η φορντική γραμμή παραγωγής για την ανειδίκευτη ή μισοειδικευμένη εργατική τάξη. Αναδεικνύεται, έτσι, στη συνείδηση της νεολαίας η βαθιά αντίθεση μεταξύ των δυνατοτήτων της ίδιας και της εποχής και του ρόλου που της επιφύλασσε το αστικό καθεστώς τόσο στην παραγωγή όσο και στην κοινωνία.
Το ζήτημα της εργασιακής προοπτικής άνοιγε επιτακτικά και πολύπλευρα για τους φοιτητές. Αφορούσε τον ρόλο των αποφοίτων στην παραγωγική διαδικασία και ιεραρχία, τον επικείμενο (ειδικά για τα μικροαστικά κομμάτια) ταξικό υποβιβασμό τους (αλλιώς, την προλεταριοποίησή τους), αλλά και τις δυνατότητες για επαγγελματική αποκατάσταση που θα είχαν ως αυριανοί εργαζόμενοι. Έτσι, το ερώτημα δεν ήταν μόνο αν θα έβρισκαν ή όχι δουλειά, αλλά και τι δουλειά θα ήταν αυτή, με ποιο περιεχόμενο και κοινωνικό ρόλο. Χαρακτηριστικό για τα παραπάνω είναι ότι σε ερευνά του IFOP (Institut Français d’ Opinion Publique) τον Σεπτέμβριο του 1968, το 57% των ερωτηθέντων απάντησε πως το κύριο αίτιο των κινητοποιήσεων του Μάη ήταν η εργασιακή προοπτική της νεολαίας.
Κόντρα στα «πρέπει» του συστήματος
Ωστόσο, ο Μάης δεν αμφισβήτησε μόνο -έστω εμβρυακά- την παραγωγική βάση του καπιταλισμού και το υποταγμένο σε αυτήν πανεπιστήμιο· στράφηκε συνολικά ενάντια στον καπιταλιστικό τρόπο ζωής και το κυρίαρχο πολιτισμικό μοντέλο (επίσης εμβρυακά). Στην ίδια έρευνα, η δεύτερη απάντηση με ποσοστό 35% έλεγε πως σημαντικό αίτιο ήταν η μη προσαρμογή των πανεπιστημίων στις σύγχρονες ανάγκες (που πάντως κατανοούνταν αντιφατικά). Έτσι, μέσα και από την κατάσταση των γαλλικών πανεπιστημίων, που περισσότερο έμοιαζαν με μεσαιωνικά μοναστήρια παρά με σύγχρονα ιδρύματα, γεννιέται η αντιαυταρχική διάθεση, κοινό γνώρισμα των αγωνιστών της περιόδου, καθώς και το αίτημα για δημοκρατικές ελευθερίες.
Η εναντίωση σε αυτή την κατάσταση εκφράστηκε με πολλούς τρόπους, με πιο χαρακτηριστική ίσως τη διεκδίκηση των φοιτητών για ελεύθερη είσοδο στα δωμάτια των δύο φύλων. Μια διεκδίκηση που κατά βάση δεν πήγαζε από το πνεύμα της σεξουαλικής απελευθέρωσης, αλλά από τη διάθεσή τους να είναι αυτοί που θα ορίζουν τη ζωή τους σε όλες τις πτυχές της, από την εργασία και τις σπουδές έως την τέχνη και των έρωτα. Να αρνηθούν το ότι οι αξίες που διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά καθορίζονται αυστηρά και «ορθολογικά» από τους πάνω, είναι χυδαία και μονοδιάστατα υλικές, δεν μπορεί να περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, το «αλληλεγγύη στον λαό του Βιετνάμ» ή το «όχι στις φυλετικές διακρίσεις».
Οι νέοι τότε προσπάθησαν -αντιφατικά και με ελλείψεις, προφανώς- να σκιαγραφήσουν ένα διαφορετικό αξιακό πρόταγμα κόντρα στο καλούπωμα, κόντρα στα «πρέπει» των πρυτάνεων, στα «πρέπει» του Ντε Γκολ ή του παραδοσιακού ΚΚ, κόντρα τελικώς στα «πρέπει» που προέβαλε το σύστημα. Ιάσονας Σιαμαντάς



Η Ζωή μέσα στην Τέχνη και η Τέχνη μέσα στη Ζωή

Το αίτημα επικοινωνίας των τεχνών με τον κόσμο της εργασίας, ώστε να εκφραστεί η δυναμική της ανατροπής, με νέους συμμετοχικούς τρόπους και μορφές δημιουργίας αναδύθηκε δυναμικά τον Μάη του 68. Ειδικά το θέατρο, τέχνη άμεση και ζωντανή, σφραγίζεται από τα νέα ρεύματα. 
Ένα από τα συνθήματα στο κατειλημμένο Οντεόν είναι: «Όταν το κοινοβούλιο γίνεται αστικό θέατρο, όλα τα αστικά θέατρα πρέπει να γίνουν κοινοβούλια»
Στον χώρο του θεάτρου η αμφισβήτηση της κυρίαρχης κουλτούρας εκφράζεται εντονότερα από ότι στις άλλες τέχνες, μιας και πρόκειται για μια τέχνη άμεση και ζωντανή. Αντίστροφα, στο πεδίο των κινηματικών δράσεων, η ριζοσπαστικοποίηση, η συμβολική βία, η απρόβλεπτη εξέλιξη όταν κάποιος παίρνει δημόσια τον λόγο, προσομοιάζουν με ένα τεράστιο χάπενινγκ, ένα θέατρο-αγορά.
Στην πρώτη δράση αμφισβήτησης του θεάτρου στις 20 Φεβρουαρίου, σε παρουσίαση έργων της αμερικανικής πρωτοπορίας, στο Εθνικό Θέατρο, εξήντα περίπου νέοι (μεταξύ αυτών και μέλη του Living Theatre, πρωτοποριακού αμερικανικού θιάσου, με αναρχική και ειρηνιστική φιλοσοφία) καταγγέλλουν το «θάψιμο» της Beat Generation από «τα γραφεία κηδειών της κουλτούρας». Αυτή η διαμαρτυρία σύντομα επεκτείνεται στον ευρύτερο χώρο του θεάτρου και εκφράζεται για αρκετό διάστημα μετά.
Στις 12 Μαΐου τα περισσότερα επαγγελματικά θέατρα συμμετέχουν στις διαμαρτυρίες ενάντια στην καταστολή των φοιτητών. Στις 13 Μαΐου κηρύσσουν απεργία διαρκείας. Συστήνεται Επιτροπή επαναστατικής δράσης από καλλιτέχνες, ερευνητές, διανοούμενους και μέλη νεολαιίστικων οργανώσεων και αποφασίζεται να καταλάβουν το θέατρο του Οντεόν, στις 14 Μαΐου, που μετατρέπεται σε στρατηγείο των μαζικότατων γενικών συνελεύσεων τους για τους επόμενους τρεις μήνες. «Όταν το κοινοβούλιο γίνεται αστικό θέατρο, όλα τα αστικά θέατρα πρέπει να γίνουν κοινοβούλια», είναι ένα από τα συνθήματα τους, ενώ σε πανό που ξετυλίγουν αναγράφεται: «Η Ζωή μέσα στην Τέχνη και η Τέχνη μέσα στη Ζωή».
Ο επαναστατικός αγώνας των εργατών και των φοιτητών που γεννήθηκε στον δρόμο, τώρα επεκτείνεται (…) γράφει η προκήρυξη που διανέμουν στο κοινό το βράδυ της κατάληψης. Το θέατρο, ο κινηματογράφος, η ζωγραφική, η λογοτεχνία κλπ. έγιναν βιομηχανίες που τις οικειοποιήθηκε η ελίτ με σκοπό την αποξένωση και την εμπορευματοποίηση, προσθέτουν, και καλούν τον κόσμο να σαμποτάρει την πολιτιστική βιομηχανία, να καταλάβει και να καταστρέψει τους θεσμούς, να ανακαλύψει τη ζωή.
Στις 18 Μαΐου ο κόσμος του θεάματος, σε όλη τη Γαλλία, ενώνεται με το κίνημα αμφισβήτησης, και πολλά θέατρα δίνουν παραστάσεις στα κατειλημμένα από απεργούς εργάτες εργοστάσια. Το Θέατρο του Ήλιου παρουσιάζει το έργο La Cuisine, και συζητά με τους απεργούς για τις συνθήκες ζωής τους και τις προσδοκίες τους από το θέατρο, ενώ το θέατρο Gérard Philippe δίνει παράσταση για τους απεργούς στο εργοστάσιο της Σιτροέν.
Με επεισοδιακό τρόπο εκτυλίσσεται, τον Ιούνιο, το Φεστιβάλ της Αβινιόν, όπου γίνονται πολλές διαμαρτυρίες. Η απαγόρευση δύο ανατρεπτικών παραστάσεων, ιδιαίτερα της παράστασης Paradise Now του Living Theater, πυροδοτεί επιπλέον την κατάσταση. Στη διάρκειά της, ο Τζούλιαν Μπεκ (συνιδρυτής του Living) καλεί το θέατρο να «βγει από τη φυλακή του» και να ξεχυθεί στους δρόμους. Στο τέλος της παράστασης γίνεται διαδήλωση στους δρόμους της Αβινιόν, με σύνθημα «Το θέατρο είναι στο δρόμο». Την επόμενη, ο δήμαρχος ζητά να αντικατασταθεί το έργο και τελικά το Living αναγκάζεται να αποχωρήσει.
Τον Ιούνιο, επίσης, και έπειτα από αρκετές συναντήσεις, 23 διευθυντές Λαϊκών Θεάτρων και πολιτιστικών κέντρων, που είχαν συγκροτήσει μόνιμη επιτροπή, υπογράφουν την διακήρυξη της Βιλερμπάν, με την οποία αμφισβητούν την υπάρχουσα μορφή του θεάτρου, επισημαίνοντας πως, εκτός από το κοινό των θεάτρων, την αστική τάξη δηλαδή, υπάρχει και το «μη-κοινό», που αποτελείται από όλους εκείνους που, ακριβώς λόγω αυτής της μορφής, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, δεν είχαν ως τώρα και ούτε πρόκειται να έχουν πρόσβαση στα πολιτιστικά δρώμενα.
Υποστηρίζουν πως το θέατρο αποτελεί προνομιακή μορφή έκφρασης γιατί είναι μια τέχνη συλλογική που έχει συλλογική απεύθυνση. Γι’ αυτό υποστηρίζουν την αναγκαιότητα συνύπαρξης της θεατρικής δημιουργίας με την πολιτιστική δράση. Κριτικός απέναντι σ’ αυτήν τη διακήρυξη, καθώς και σε όλες τις συζητήσεις που γίνονται στο Οντεόν στη διάρκεια του Μάη είναι ο Εμίλ Κοπφερμάν, που θεωρεί τις προτάσεις ρεφορμιστικές και αντιπροτείνει μια επαναστατική προλεταριακή κουλτούρα αντί μιας ακαδημαϊκής με τη στήριξη του κράτους.
Μέσα από όλες αυτές τις διεργασίες, του Μάη του 68, αν και έγιναν, πράγματι, ρωγμές στην κυρίαρχη αντίληψη για την τέχνη και το θέατρο, οι αντιφάσεις και οι εντάσεις που εκφράστηκαν σχετικά με τη σχέση θεάτρου και κοινού, τη δημιουργία ή τη δράση, εξακολουθούν να στοιχειώνουν τον χώρο του θεάτρου. Το ίδιο και η ελπίδα για ένα θέατρο-εργαλείο, για να ξαναφτιάξουμε τον κόσμο.
Από παράσταση του θεάτρου Gérard Philippe του Σεντ Ντενίς, που δόθηκε για τους απεργούς στο εργοστάσιο της Σιτροέν, στις 26 Μαΐου 1968
Βαθιά κριτική της κυρίαρχης κουλτούρας και πρόβες ανατροπής
Σημαντική πτυχή του Μάη του 68 ήταν η προσπάθεια του κινήματος για ριζική αλλαγή της καθημερινής ζωής, μέσα από τη ρήξη των ορίων που επιβάλλουν οι κάθε τύπου εξουσίες. Σ αυτό επέδρασαν καταλυτικά η αμερικάνικη αντικουλτούρα μπίτνικ, το Νταντά, ο Σουρεαλισμός και η Καταστασιακή Διεθνής, μια κίνηση ριζοσπαστών καλλιτεχνών από διάφορα πεδία, που αρνούνταν τον διαχωρισμό ανάμεσα στη ζωή και την τέχνη. Το ίδιο και το έργο Η κοινωνία του θεάματος(1967) του Γκυ Ντεμπόρ, – μέλος της Καταστασιακής και ηγετική μορφή του κινήματος – που εγκαινιάζει ένα νέο είδος κριτικής, εστιασμένο στην κουλτούρα και την αισθητική της, στηλιτεύει τον καταναλωτισμό και την τηλεόραση, και εκθειάζει τη δημιουργικότητα και τον αυθορμητισμό, με εργαλεία το παιχνίδι, την περιπλάνηση, την ελευθερία και την κριτική σκέψη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο οι Καταστασιακοί προπαγανδίζουν τις επαναστατικές τους ιδέες, μέσα από γκράφιτι και αφίσες.
Η καλλιτεχνική δημιουργία αποτελεί ιδεολογική συνιστώσα του κινήματος. «Στο σχολείο της ποίησης δεν μαθαίνουμε: αγωνιζόμαστε», γράφει ο Λεό Φερέ στην εισαγωγή της ποιητικής του συλλογής Ποιητές… τα χαρτιά σας! Ο ζωγράφος Ζ. Ντιμπιφέ χρησιμοποιεί την μαρξιστική ιδέα της κουλτούρας ως «όπιο του λαού» που θάβει τη δημιουργικότητα και καταγγέλλει την «ασφυκτική κουλτούρα», μέσα από την οποία η αστική τάξη νομιμοποιεί και επικυρώνει την κυριαρχία της. Στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ, ο κινηματογραφιστής Ζαν-Λικ Γκοντάρ στην ταινία του Η Κινέζα σκηνοθετεί τις συζητήσεις μεταξύ των φοιτητών αγωνιστών, ενώ αντίστοιχα, ο καθηγητής-συγγραφέας Ρομπέρ Μερλέ στο μυθιστόρημά του Πίσω από το παράθυρο, «σκηνοθετεί» το φοιτητικό κίνημα μέσα από τις «φωνές» των φοιτητών του. Ευαγγελία Φρυδά



Η εξέγερση του Μάη και η επανάσταση

Ο Μάης του’68 ήταν μια μαζική αντισυστημική εξέγερση σε συνθήκες ανεπτυγμένου καπιταλισμού. Μπορούσε να εξελιχθεί σε επανάσταση; Κι αν ναι ποιοι ήταν οι παράγοντες που «έλειψαν»; Ποιος ήταν ο ρόλος του υποκειμενικού στοιχείου; Τι σημαίνει αυτή η συζήτηση για την επαναστατική πάλη στις σημερινές συνθήκες του ολοκληρωτικού καπιταλισμού;
Ο Μάης του ΄68 δεξαμενή σκέψης
Ποιος ήταν ο χαρακτήρας του Μάη του 1968; Ήταν μια νεανική και εργατική διαμαρτυρία κατά αναχρονιστικών και αντιδραστικών θεσμών του συστήματος; Ήταν μια βίαιη αντικαπιταλιστική αυθόρμητη εξέγερση που προκάλεσε παροδικό κλονισμό στο σύστημα; Ήταν έκρηξη επαναστατικής κατάστασης που δεν ολοκληρώθηκε σε επανάσταση; Ή ήταν μια ηττημένη επανάσταση, για πρώτη φορά σε συνθήκες ανεπτυγμένου καπιταλισμού;
Ο προσδιορισμός του χαρακτήρα του Μάη για το επαναστατικό κίνημα προφανώς δεν αποτελεί αίτημα ακαδημαϊκού προσδιορισμού, αλλά ανάγκη ιδεολογικού εξοπλισμού του σύγχρονου αντικαπιταλιστικού κινήματος ανατροπής για την επανάσταση του καιρού μας. Ό,τι κι αν αποφανθεί η πλούσια ήδη έρευνα για τον χαρακτήρα του, η μεγάλη προσφορά του στο κίνημα έγκειται στο ότι απέδειξε εμπράγματα ότι είναι ανυπόστατη η θεωρία του τέλους της ιστορίας και της αδιατάρακτης συνέχειας της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας. Και σ’ αυτή την κοινωνία η επαναστατική ανατροπή δεν αποτελεί αξιοπερίεργο μουσειακό έκθεμα, αλλά τον αντικειμενικά αναγκαίο και δυνατό όρο για την εξάλειψη του καπιταλισμού και την χειραφέτηση της κοινωνίας από την εκμετάλλευση γενικά. Ο Οκτώβρης του 1917 απέδειξε την δυνατότητα ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος και του κράτους του αλλά και τη δυνατότητα πραγματοποίησης βραχύβιων έστω σοσιαλιστικών μετασχηματισμών.
Ο Μάης του ’68 δεν υπήρξε επανάσταση, αλλά μια βίαιη μαζική εξέγερση με ισχυρά στοιχεία επαναστατικής κατάστασης, που θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε επανάσταση και μάλιστα νικηφόρα. Ο Μάης, αν και δεν αποτελεί ολοκληρωμένη επαναστατική εμπειρία, είναι πιο κοντά στην εποχή μας και με τα θετικά και αρνητικά του στοιχεία αποτελεί δεξαμενή σκέψης.
Σύγχρονα ερωτήματα αναζητούν απαντήσεις
Πολλές από τις δυνατότητες του Μάη αναιρούνταν από την απουσία συγκεκριμένης και ρεαλιστικής πολιτικής πρότασης, από την αδυναμία δυνάμεων του κινήματος να κατανοήσουν τον κομβικό ρόλο του αστικού κράτους
Την επαναστατική κατάσταση την αντιλαμβανόμαστε κατά κανόνα στην όξυνσή της και από μια δευτερεύουσα αιτία, θρυαλλίδα της μετατροπής της ποσοτικής συσσώρευσής της σε εκρηκτική ποιότητα. Αφετηρία του Μάη φαίνεται ότι είναι μια πολιτική φοιτητική εκδήλωση στη Σορβόνη στις 3 Μαΐου. Η εκδήλωση διαλύεται βίαια απ’ την αστυνομία και πολλοί φοιτητές συλλαμβάνονται. Το γεγονός γνωστοποιείται και σε λίγες ώρες το Καρτιέ Λατέν γεμίζει φοιτητές που συγκρούονται με τους αστυνομικούς σώμα με σώμα. Παρόμοια γεγονότα, με πιο χαρακτηριστικό την απαγόρευση των πρυτανικών αρχών στην Ναντέρ της εισόδου φοιτητών στους κοιτώνες των φοιτητριών, προκαλούν μαζικές βίαιες αντιδράσεις. Αυτά τα γεγονότα, που δεν αποτελούν βέβαια τις πραγματικές και βαθύτερες αιτίες του Μάη, προκαλούν τη θεωρητική αμηχανία και μαρξιστών διανοουμένων (κυρίως του ΚΚΓ) που εκτιμούν πως παρόμοιες αντιδράσεις αποτελούν καθημερινότητα και δεν έχουν σχέση με τον εκρηκτικό και μαζικό χαρακτήρα της επαναστατικής κατάστασης σύμφωνα με τον κλασικό του Λένιν. Θεωρούν έτσι τον Μάη βολονταριστική εκδήλωση και όχι έκφραση αντικειμενικής διαδικασίας, συμβάλλοντας στην προσπάθεια περιορισμού και ελέγχου του. Άλλοι στρέφονται σε μεταμοντέρνες αντιλήψεις, όπου το «συμβάν» (η έκρηξη του Μάη) αποσυνδέεται από τα αντικειμενικά αίτιά του και νοείται ως ανερμήνευτη ενδεχομενικότητα. Άλλοι, όπως όψιμος Αλτουσέρ, διατυπώνουν τη θεωρία της «συνάντησης» κατηγοριών ανθρώπων, που στη κανονική ζωή δεν συναντώνται ή που η συνάντησή τους δεν έχει σημαντικό αποτέλεσμα. Στη προκειμένη περίπτωση όμως η συνάντηση εργατών-φοιτητών δημιουργεί το «γεγονός του Μάη».
Η επαναστατική κατάσταση ακολουθεί μιαν αυξανόμενη ή και μειούμενη κλίμακα. Η εκτίμηση και αντιμετώπισή της δεν πρέπει να απολυτοποιεί τα πρώτα σκιρτήματά της, αλλά να διαμορφώνεται, όταν είναι σαφής ο χαρακτήρας της. Επί πλέον, η επαναστατική κατάσταση είναι μεν αντικειμενικά προσδιορισμένο γεγονός, εξαρτάται όμως και από τη δράση των ταξικών υποκειμένων. Για παράδειγμα, στον Μάη υπήρξε σύγκρουση των κορυφών του πολιτικού συστήματος, που δεν οδηγήθηκε όμως σε κρίση και αλλαγή διακυβέρνησης (πιθανώς με πραξικόπημα) από λάθος των αστών πολιτικών ή αλλαγή τακτικής της ηγεσίας του κινήματος. Τελικά, στη Γαλλία δεν διαμορφώθηκε η συνθήκη: «οι πάνω δεν μπορούν να ζήσουν και να κυβερνήσουν όπως παλιά», εξέλιξη καθοριστικής σημασίας για τον Μάη. Αυτό δεν σημαίνει ότι στη σύγχρονη ισχυρή και ώριμη αστική δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει αυτή η συνθήκη. Αντίθετα με την μερική πολιτική κρίση του πολιτικού συστήματος, που τελικά δεν οξύνθηκε επικίνδυνα, παρόντες και αποδεικτικοί της επαναστατικής κατάστασης στο Μάη είναι οι δύο άλλοι όροι της. Δηλαδή: «η όξυνση της φτώχειας και δυστυχίας των καταπιεζομένων τάξεων, περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως» και «η σημαντική άνοδος της δραστηριότητας των μαζών, σε αυτοτελή ιστορική δράση».
Αντίθετα, άρνηση της επαναστατικής κατάστασης και αμφισβήτηση της βαρύτητας του Μάη αποτελεί η αντίληψη ότι δεν ήταν αντισυστημικό κίνημα ανατροπής αλλά κίνημα διεκδίκησης, αφού δεν ήταν ριζωμένος στην όξυνση της βασικής αντίθεσης, καθώς ενέσκηψε προς το τέλος της «χρυσής τριακονταετίας» (1945-1975) της ευημερίας, της απασχόλησης, του κοινωνικού κράτους, της κυριαρχίας της αστικής δημοκρατίας. Η οικονομίστικη αντίληψη, που συνδέει την επαναστατική κατάσταση μονοσήμαντα με την ακραία φτώχεια, δεν ισχύει. Πρώτο: η μεταπολεμική κεϊνσιανή διαχείριση παρουσίαζε ήδη σημεία κόπωσης, στασιμότητα ανάπτυξης, αλλά και υψηλό πληθωρισμό, δυσκολία χρηματοδότησης του κράτους πρόνοιας, ένταση της νεοφιλελεύθερης αντίδρασης για το «σπάταλο κράτος», στασιμότητα στις αποδοχές, παράγοντες που απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ’60 οδηγούν σε μαζικές απεργίες. Υπήρχαν λοιπόν οικονομικά προβλήματα κατώτερα βέβαια των προβλημάτων που δημιουργεί μια κρίση τύπου του 1929 και του 2008. Η εμφάνιση όμως του φαινομένου της ανεργίας και της μείωσης των αποδοχών σε κοινωνίες, που είχαν εθιστεί στις παροχές του κράτους πρόνοιας, προκαλούν πολλαπλάσιες αντιδράσεις. Παράλληλα, φούντωνε το άγχος της φοιτητικής νεολαίας, όχι μόνο ή κυρίως για την εξασφάλιση μιας εργασιακής θέσης, αλλά για τον ρόλο και την εργασιακή προοπτική σε μια μισοειδικευμένη εργασία στην ταιηλορική γραμμή αναντίστοιχη των σπουδών και προσδοκιών της νεολαίας. Η δυστυχία της νεολαίας και της εργαζόμενης διανόησης δεν προκύπτει μόνο ή κυρίως από μιαν ακραία πτώχευση, όπως συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας σε μεγάλο βαθμό, αλλά και απ’ την αναντιστοιχία των ικανοτήτων με τις οποίες εφοδιάζει το σύστημα τους νέους για τις ανάγκες του και της ρουτινιασμένης εκτελεστικής μισοειδικευμένης εργασίας που τους αναθέτει.
Δεύτερο: η όξυνση της δυστυχίας των μαζών που συνδέεται με την επαναστατική κατάσταση και τις εξεγερτικές διαθέσεις δεν προκύπτει μόνο απ’ τη φτώχεια. Αλλά και απ’ την εργασιακή υποβάθμιση, τον αυταρχισμό, τον πόλεμο, την κοινωνική αδικία, την κοινωνική και ατομική αποξένωση και υποβάθμιση, την έλλειψη νοήματος ζωής, το άγχος κά.
Τρίτο: ανεξάρτητα από τις αιτίες και τους ρυθμούς εκδήλωσης του κινήματος του Μάη, τι άλλο από εξεγερτικό κίνημα και επαναστατική κατάσταση αποτελεί ένα απεργιακό κύμα που στο απόγειό του υπερβαίνει τους 8.000.000 απεργούς, παραλύοντας την καπιταλιστική οικονομία, η απόρριψη του συμβιβασμού που πρότεινε η Αγία Τριάδα των ηγεσιών των συνδικάτων, των εργοδοτών και της κυβέρνησης, η κατάληψη των ΑΕΙ και των εργοστασίων, η κατάργηση εν τοις πράγμασι των αρχών τους, η προώθηση, όπως στην Κομμούνα και τα Σοβιέτ, της κυρίαρχης συνελευσιακής διαδικασίας, οι πανταχού παρούσες επιτροπές αγώνα και αλληλεγγύης, οι μαχητικές μορφές πάλης, οι καθημερινές μαζικές διαδηλώσεις, η αναβίωση των οδοφραγμάτων, η θαρραλέα σύγκρουση με τις αστυνομικές αρχές, η ηγεμονία στον πυρήνα του κινήματος της ανατρεπτικής στάσης εναντίον του συστήματος; Πολλά απ’ τα αγωνιστικά στοιχεία όμως αναιρούνταν από την απουσία συγκεκριμένης και ρεαλιστικής πολιτικής πρότασης, από την αδυναμία ευρύτερων δυνάμεων του κινήματος να κατανοήσουν τον κομβικό ρόλο του αστικού κράτους, από ουτοπικές φαντασιώσεις του τύπου «η φαντασία στην εξουσία». Το ότι το κίνημα εκδήλωσε μιαν αντιεξουσιαστική διάθεση απέναντι σε επιμέρους θεσμούς (οικογένεια, σχολείο, αστυνομία, εκκλησία κά) δεν συνεπάγεται ότι από τον πυρήνα του κινήματος δεν τέθηκε ζήτημα εξουσίας, αν και με αντιφάσεις και ανεπάρκειες.
Αχίλλεια πτέρνα της εξέγερσης του Μάη και της διαμορφούμενης επαναστατικής κατάστασης αποδείχτηκε το πολιτικό σύστημα. Παρά τον κλονισμό του απ’ την έντονη διαφωνία για την αντιμετώπιση του επικίνδυνου κινήματος (μαστίγιο-Ντε Γκολ, καρότο-Πομπιντού), τελικά τ’ αντίθετα ενοποιήθηκαν σε ενιαία στάση με απειλή βίας και κινδυνολογική προσφυγή σε εκλογές. Ακόμη, η μαζική γενική απεργία και η όξυνση της πάλης (27-30 Μαϊου) δεν κλόνισαν την αστική εξουσία, δημιουργώντας πυρήνες δυαδικής εξουσίας, λόγω της αρραγούς ενότητας της αστικής εξουσίας και των διαφωνιών στο κίνημα (επαναστατική, ρεφορμιστική, απολίτικη στάση).
Διασπασμένο κίνημα κατά ενωμένου αστισμού
Το αστικό στρατόπεδο ενοποιήθηκε για τη διατήρηση της εξουσίας, το λαϊκό όχι
Στην κρίσιμη καμπή της αναμέτρησης (27-30 Μαΐου), ενώ η αστική τάξη ενοποιήθηκε σε μιαν επιθετική πλατφόρμα που συνδύαζε απειλή βίας και χειραγωγική χρήση των εκλογών, το κίνημα παρά τη μεγαλειώδη γενική απεργία, δεν μπόρεσε να συγκροτήσει κάποια στοιχειώδη έστω μορφή δυαδικής εξουσίας, να επικεντρώσει την πάλη με την αστική τάξη στο κοινωνικό πεδίο και να αποτρέψει τη μετατόπισή της στο ευνοϊκό για την αστική τάξη πεδίο των εκλογών.
Οι κύριες δυνάμεις του κινήματος δέσμιες των ιδεολογικοπολιτικών τους ορίων και στοχεύσεων ακολούθησαν ασύμπτωτους δρόμους, που έστρωσαν χαλί στη θριαμβική πορεία του ενωμένου και αποφασισμένου αστισμού. Τμήμα του φοιτητικού χώρου ακολούθησε τον σοσιαλρεφορμιστή Μαντέλ Φρανς. Το ΚΚΓ συμμετείχε μεν στη γενική απεργία, για να την αποτρέψει από την επαναστατική ροπή της, αλλά πρότεινε «λαϊκή δημοκρατική κυβέρνηση» σε συμμαχία με τον σοσιαλδημοκράτη Μιτεράν. Ο τελευταίος ήταν θιασώτης «αριστερής» κυβερνητικής λύσης με υποβαθμισμένο το ρόλο του ΚΚΓ. Κυβερνητική λύση πρότειναν και οι τροτσκιστές αποκλείοντας τον Μιτεράν και τον Φρανς. Τα τμήματα του κινήματος που δεν ακολουθούσαν τη γραμμή των αριστερών κομμάτων αποπροσανατολίστηκαν και αντιμετώπιζαν αμήχανα τον αποφασιστικό και ευφυή ελιγμό του αστισμού.
Η αλήθεια είναι ότι στη φάση της αποφασιστικής αναμέτρησης είναι πολύ δύσκολο τα αριστερά κόμματα να συνομολογήσουν μια κοινή βάση, που ουσιαστικά την υπαγορεύει η αντικειμενική κατάσταση και να την προτείνουν και στο ανένταχτο αυθόρμητο κίνημα. Πολύ δύσκολο ναι, αδύνατο όχι. Το μαρτυρούν η Κομμούνα και η Οκτωβριανή Επανάσταση. Στη πρώτη ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα διαφορετικών προσανατολισμών, με αμοιβαίες υποχωρήσεις, συμφώνησαν για τη συγκρότηση και το πρόγραμμα της Κομμούνας, του πρώτου εργατικού κράτους στην ιστορία. Ανάλογα και στην Οκτωβριανή Επανάσταση, παρά τις διαφορές τους, Μπολσεβίκοι και Αριστεροί Εσέροι συμμάχησαν και σχημάτισαν την πρώτη επαναστατική κυβέρνηση.
Γαλλικός Μάης και ολοκληρωτικός καπιταλισμός
Ο Γαλλικός Μάης απέδειξε ότι και σε εποχές ανάπτυξης και ευημερίας οι ταξικές αντιθέσεις και η εκμετάλλευση όχι μόνο δεν εξαλείφονται, αλλά μπορεί να οξυνθούν σε ακραίο βαθμό, όπως συνέβη στον Γαλλικό Μάη. Η εμπειρία αυτή διατηρεί την αξία της και στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Σ’ αυτό βέβαια το στάδιο είναι εμφανείς οι αντιθέσεις, αφού η αστική τάξη, για να ανατάξει την κερδοφορία της, εντείνει την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Σε περιόδους όμως ανόδου του καπιταλισμού οι αυταπάτες κερδίζουν πάλι έδαφος. Στην κρίση του 2008, ιδίως στις χώρες που εφαρμόστηκαν μνημόνια, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν ακραία και πραγματοποιήθηκαν μεγαλειώδεις αγώνες και κινητοποιήσεις. Αν και στα αυθόρμητα, σε μεγάλο βαθμό, κινήματα των πλατειών κυριάρχησε ένας ριζοσπαστισμός, αυτός στη συνέχεια χειραγωγήθηκε από ρεφορμιστικές δυνάμεις (ΣΥΡΙΖΑ, Ποδέμος, Μπλόκο κά) με δημαγωγικές επαγγελίες και κοινοβουλευτικό τακτικισμό. Οι αναλογίες με τον Γαλλικό Μάη στη φάση της κινηματικής έκρηξης και της συστημικής ενσωμάτωσης είναι εμφανείς.
Παρά την κινηματική καθίζηση στη περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (2015-2018) η εξαθλίωση των εργατολαϊκών μαζών και η αναπόφευκτη όξυνση των αντιθέσεων θα οδηγήσει πάλι σε πλημμυρίδα αγώνων. Αυτή είναι η νομοτελειακή λογική της ταξικής πάλης, που στη συνέχεια της άμπωτης προκαλεί ασυνέχειες και τομές. Το σύστημα όπως και το 1968 και το 2008 θα ακονίσει τα όπλα του παλιά και νέα. Ζητούμενο πάντως είναι η επαναστατική πρωτοπορία το κομμουνιστικό κόμμα της εποχής μας, με αντικαπιταλιστική τακτική και κομμουνιστική στρατηγική, στις φάσεις όχι μόνο της ανόδου αλλά και της στασιμότητας να μπολιάζει τις μάζες με το συνειδητό, αξιοποιώντας και τις δικές τους αγωνιστικές εμπειρίες. Δημήτρης Γρηγορόπουλος



Ιχνηλατώντας ένα διαφορετικό πρότυπο ζωής και πολιτικοποίησης

Η ατμόσφαιρα στη Γαλλία άρχισε να ηλεκτρίζεται ήδη από το Φεβρουάριο του ’68, με μικρές κινητοποιήσεις στις εστίες των φοιτητριών εξαιτίας του κανονισμού που απαγόρευε στους άντρες φοιτητές να πηγαίνουν σε αυτές.
Πέρασαν 50 χρόνια από εκείνο το μήνα που έμελλε να αντιστρέψει την εικόνα για την ταξική πάλη στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης. Ο Μάης του ’68 δεν ήταν μόνο συγκρούσεις και οδοφράγματα αλλά κατάφερε να δημιουργήσει μια ρωγμή στο σοβαροφανές και πουριτανικό προσωπείο που παρουσίαζε η κεντρική Ευρώπη. Οι άνευρες και μειοψηφικές αρχικά κινήσεις φοιτητών που εξέφραζαν τον αντικομφορμισμό τους απέναντι σε ένα αυταρχικό πολιτικό σύστημα και συνολικότερα ένα συντηρητικό σύστημα αξιών, ήταν αυτές που δημιούργησαν τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις για κάτι που καμία αστική τάξη δεν μπορεί να προβλέψει.
Η ατμόσφαιρα άρχισε να ηλεκτρίζεται ήδη από το Φεβρουάριο του ’68, με μικρές κινητοποιήσεις στις εστίες των φοιτητριών εξαιτίας του κανονισμού που απαγόρευε στους άντρες φοιτητές να πηγαίνουν σε αυτές(!), ενώ ακολούθησαν μποϊκοτάζ σε εξεταστικά κέντρα, πορείες, συγκρούσεις και μαζικές γενικές συνελεύσεις. Στην πραγματικότητα, πολιτικά σπέρματα του Μάη υπήρξαν από την αρχή της χρονιάς, αλλά η πολιτική τους έκφραση συντελέστηκε εκείνο το μήνα. Εκτός από ζητήματα φοιτητικής καθημερινότητας, προβλήθηκε και η προσπάθεια να προσεγγιστεί ένα διαφορετικό πρότυπο ζωής, έξω από τον πουριτανισμό που κυριαρχούσε στις προηγούμενες γενιές. Το φεμινιστικό κίνημα έδινε την δική του μάχη αναφορικά με θέματα όπως η βία και η κακοποίηση των γυναικών μέσα και έξω από την οικογένεια, ο βιασμός, το διαζύγιο, οι μισθοί και οι αμοιβές της γυναικείας εργασίας, η σεξουαλική παρενόχληση και το δικαίωμα στην έκτρωση. Το «καταστατικό» έργο της Σιμόν ντε Μποβουάρ, Το Δεύτερο Φύλο, με την περίφημη φράση ότι «η γυναίκα δε γεννιέται αλλά γίνεται», αποτέλεσε αφετηρία έμπνευσης και αγώνα αυτού του κινήματος. Οι έμφυλες ταυτότητες και ζητήματα σεξουαλικού προσανατολισμού τίθενται για πρώτη φορά επί τάπητος και υποστηρίζεται ότι «διαπλάθονται και προσδιορίζονται κοινωνικά και πολιτισμικά και όχι βιολογικά, και ότι είναι δυνατό και επιθυμητό να αλλάξουν».Εκτός από τα αιτήματα για άρση των οπισθοδρομικών περιορισμών που εμπόδιζαν τις σεξουαλικές και ερωτικές σχέσεις μεταξύ ετεροφυλόφιλων νέων, το κίνημα αυτό στη Γαλλία διεκδίκησε ελευθερία για όλους, για κάθε σεξουαλικό προσανατολισμό, δίνοντας έτσι χώρο στα ΛΟΑΤΚΙ άτομα της φοιτητικής κοινότητας για να εκφραστούν και να απαιτήσουν τα δικά τους δικαιώματα. Αυτή η σπίθα μεταφέρθηκε και σε άλλες χώρες και έτσι, ένα αυθόρμητο ξέσπασμα ενάντια στην αστυνομική αυθαιρεσία και την αδικαιολόγητη βία που υφίσταντο οι θαμώνες ενός γκέι μπαρ στο Stonewall στις ΗΠΑ οδήγησε σε μια τεράστια αντίδραση των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων που έμεινε στην ιστορία και αποτέλεσε ένα σημαντικό δείγμα οργανωμένου αγώνα από πλευράς των ομοφυλόφιλων.
Γιατί όμως ο Μάης συνδυάστηκε περισσότερο με τις φοιτητικές διαδηλώσεις; Καταρχάς η ανάγκη για εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό με βάση την πιο αυτοματοποιημένη παραγωγή οδήγησε σε μια μεγάλη εισροή δυναμικού στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτή η εισροή συνδέθηκε με ένα αυστηρό σύστημα εξέτασης και διάσπασης του κύκλου σπουδών έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στον αναγκαίο «εκσυγχρονισμό» του εκπαιδευτικού συστήματος, πράγμα που συγκρότησε ένα διαταξικό φοιτητικό μπλοκ. Η εργασιακή προοπτική και η κριτική στο περιεχόμενο των σπουδών αποτέλεσαν τα κύρια στοιχεία πάνω στα οποία πολιτικοποιήθηκε το μπλοκ του Μάη. Στο πολιτικό επίπεδο, το ΚΚΓ είχε τις δικές του αντιφάσεις και παρουσίαζε μεγάλη αγκύλωση στο να αφουγκραστεί και μετά να αφομοιώσει τις φοιτητικές ανησυχίες, οπότε αντιμετώπισε το Μάη με φοβικότητα. Μικρές ομάδες τροτσκιστών και μαοϊκών πήραν στις πλάτες τους το πολιτικό φορτίο των εξεγερσιακών γεγονότων και προσέκρουσαν τελικά στα ίδια τους τα πολιτικά αδιέξοδα. Τη στιγμή λοιπόν που τα ίδια τα συνδικάτα εγκλωβίζονταν σε μια γραφειοκρατική λογική για την οργάνωση του αγώνα, τόσο πλήθαιναν οι ανεπίσημες κηρύξεις απεργιών από τη βάση των εργατών. Ο εργατικός Μάης του ’68 έμελλε να είναι το ίδιο ριζοσπαστικός με τον φοιτητικό, ακριβώς επειδή οι νέοι εργάτες, εξωτερικοί ως προς τους επίσημους εργατικούς θεσμούς, πήραν την πρωτοβουλία να κινηθούν πέρα από τα στενά περιθώρια των κεντρικών συνδικαλιστικών οργανώσεων. Σ. Βλάχου-Γκόμεζ, Έ. Καραχάλιου







    Γιατί αγωνιστήκαμε

    Στις δεκαετίες που πέρασαν ζήσαμε μια μακρόσυρτη ταφή του 1968. Και με την πεντηκοστή επέτειο φτάσαμε σε κάτι σαν μια θριαμβευτική κηδεία με κρατική δαπάνη. Κάποιοι από τους νεκροθάφτες είναι άνθρωποι που έπαιξαν ηγετικό ρόλο στο κίνημα.
    Με τη σημασία και το νόημά της να μειώνεται, είναι δύσκολο να εξηγήσω γιατί αυτή η εξέγερση ενέπλεξε μια ολόκληρη γενιά σε όλες τις ηπείρους μέσα σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Σήμερα, το κυρίαρχο ρεύμα θυμάται μερικά καλά από το '68, αλλά μόνο τα πιο αδύναμα και ανώδυνα – μια ελευθεριάζουσα ατομικότητα - και ακυρώνει τα πάντα μέσα σε αυτό το κίνημα που ήταν πραγματικά δύσκολα και επικίνδυνα για το σύστημα. Στην Ιταλία, το '68 το θυμόμαστε απλά ως ναρκωτικά, σεξ, και Rock and Roll - μια εξέγερση ενάντια στους γονείς και στους δασκάλους.
    Μπορούμε συνεπώς να καταλάβουμε γιατί η πεντηκοστή επέτειος δεν ενδιαφέρει καθόλου τη σημερινή νεολαία. Ούτως ή άλλως, στο πλαίσιο αυτής της ατομικής ελευθερίας, έχουν ήδη πάρει αυτό που ήθελαν.
    Αλλά αυτό δεν είναι η πραγματική ιστορία. Η καινοτομία του '68 ήταν ακριβώς η προσπάθειααπελευθέρωσης της ελευθερίας από την αστική ελευθεριότητα, ήταν ο αγώνας να ενταχθεί η ελευθερία στις κοινωνικές σχέσεις, δηλαδή σε ένα συλλογικό πλαίσιο. Αυτό που αμφισβητήθηκε παντού, δεν ήταν μόνο οι δάσκαλοι και οι γονείς αλλά το ίδιο το σύστημα - το καπιταλιστικό σύστημα.

    Μάο, Μαρκούζε, Μαρξ
    Το 1968, ο ορθόδοξος μαρξισμός ήταν σε θέση να συναντηθεί με την αμερικανική κοινωνιολογία, τη Σχολή της Φρανκφούρτης και τη Βρετανική Νέα Αριστερά, καθώς και τη σκέψη που ήρθεαπό τον Τρίτο Κόσμο.
    Σήμερα θα μπορούσε κανείς να χλευάσει την κοινή εμφάνιση των Μάο, Μαρκούζε και Μαρξ στα πλακάτ μας. Αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτό είχε κάποια νόημα: Μάο, γιατίπαρά την αναταραχή που προκάλεσε η Πολιτιστική Επανάσταση (για την οποία εμείςδεν γνωρίζαμε παρά πολύ λίγα,) πραγματικά χρειάζονταν να βομβαρδίσουμε το γενικό επιτελείο, το οποίοείχε κλειστά αυτιά σε ό,τι λέγαμε. Μαρκούζε, γιατί φέρνοντας στην πολιτική τη νέα και απαραίτητη διάσταση της ευτυχίας - πέρα ​​από την εξουσίακαι τα χρήματα - εμπλούτισε σε μεγάλο βαθμό την ιδέα της ελευθερίας. Και Μαρξ, γιατί ό,τιεπιθυμούσαμε,μπορούσε να φαίνεται εφικτό, αλλά ήταν πολιτικά αδύνατο μέσα στοπλαίσιο του καπιταλισμού.
    Ένα από τα πιο χρήσιμα ντοκουμέντα για την κατανόηση του πώς το πρόβληματης σχέσης μεταξύ της ελευθερίας του καθενός και της ελευθερίας όλων, τέθηκε σε όλο το κίνημα, είναι ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα του BBCτης 13ης Ιουνίου 1968. Παρουσιάστηκε από τον ανταποκριτή εξωτερικής πολιτικής του καναλιού RobertMcKenzie και παρουσίασε εξέχουσες ηγετικές φυσιογνωμίες του κινήματος από όλο τον κόσμο.
    Ένας ήταν ο Daniel Cohn-Bendit, ο οποίος ήταν ενεργός στο Παρίσι: «Κριτικάρουμε κάθε κοινωνία στην οποία τα άτομα είναι παθητικά και δεν έχουν τη δύναμη να αλλάξουν αυτό που εξαναγκάζονται να κάνουν». Για τον Lewis Cole, από το Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης,«Οι σπουδαστές δεν πιστεύουν πλέον ότι η σημερινή κοινωνία μπορεί να τους εξασφαλίσει ένα πραγματικό δικαίωμα να κάνουν τις κοινωνικές αλλαγές που εγγυώνται την ελευθερία τους». Για τον Yasuo Ishii στο Τόκιο, «Αγωνιζόμαστε πάνω από όλα για μια κοινωνία στην οποία η δημοκρατίαδεν είναι μια τυπικότητα, στην οποία ένα οποιοδήποτε άτομο θεωρείται ίσο με τα άλλα, ανεξάρτητααπό την πραγματικότητα των κοινωνικοοικονομικών διαφορών». Για τον KarlDietrich Wolff στο Βερολίνο: «Κάνετε λάθος αν πιστεύετε ότι είναι ένα κίνημα των σπουδαστών, κάτι που δεν είναι καθόλου αληθές. Το γεγονός ότι οι δυτικές κοινωνίες συνεχώς σπαταλούν τον πλούτο και επιβιώνουν με καταπιεστικές μεθόδους στα εργοστάσια και στα σχολεία, αφορά όλους». Για τον Jan Kavan στην Πράγα: «Δεν νομίζουμε ότι αυτή είναι η σοσιαλιστική κοινωνία που ισχυρίζεται ότι είναι. Δεν πρόκειται για ζήτημα πνευματικής ελευθερίας, ζητάμε τις θεμελιώδεις ελευθερίες όχι μόνο των διανοουμένων αλλά και των εργαζομένων». Για τη Dragana Stavijel στο Βελιγράδι: «Απαιτούμε όχι μόνο τα δικαιώματά μας,αλλά τα δικαιώματα όλων εκείνων, των σπουδαστών και των εργαζομένων, που έθεσαν ως στόχο τους τον σοσιαλισμό,τη δημοκρατία που χρειαζόμαστε». Για τον Ekkehart Krippendorff, από το Βερολίνο: «Οι σοσιαλιστικές κοινωνίες έχουν επιλύσει ορισμένες από τις βασικές αντιφάσεις που είναι εγγενείςκαπιταλιστικές κοινωνίες, έχουν απαλλοτριώσει την ιδιωτική ιδιοκτησία και τα μέσαπαραγωγής, τώρα πρέπει να αγωνιστούμε για την κοινωνικοποίησή τους». Για τον Luca Meldolesi στοΡώμη: «Όλοι οι σπουδαστές στα Πανεπιστήμια εξεγείρονται, αλλά κάνετε λάθος αν μιλάτε για την τάξη των σπουδαστών. Όσο τα πανεπιστήμια ιδρύθηκαν στο έδαφος των προνομίων της άρχουσας τάξης, δεν υπήρχαν προβλήματα, αλλά τώρα που πολλοί περισσότεροι σπουδαστές γίνονται δεκτοί σε αυτά, διαιρούνται, διαφοροποιούνται, επιλέγονται. Αυτό δημιουργεί μια νέα δυνατότητα για εξέγερση». Για τον TariqAli, έναν Πακιστανό στο Λονδίνο, «Αυτό που μας ενώνει…είναι το συναίσθημά μαςότι ο καπιταλισμός είναι απάνθρωπος και άδικος».
    Ένας άλλος συμμετέχων ήταν ο Ισπανός Luca Martin de Hijas, ο οποίος περιορίστηκε να σημειώσει ότι το κίνημα στη χώρα του ήταν παράνομο και η βασική προτεραιότητα ήταν η ίδια η ελευθερία.

    Τα δύο '68 της Ιταλίας
    Η αντίληψη ότι η μεγαλύτερη ευημερία που προκάλεσαν οι επιτυχίες του καπιταλισμού δεν κατέστησε το σύστημα παρωχημένο, αλλά μάλλον εμπλουτίστηκε με νέο περιεχόμενο, ήταν το πραγματικό σημείο τριβής με τα παραδοσιακά αριστερά κόμματα, δηλαδή το Ιταλικό (PCI) και το Γαλλικό κομμουνιστικό κόμμα (PCF). Τα παραδοσιακά κόμματα ήταν πεπεισμένα για την ανάγκη να παραμείνουν εντός των ορίων του μεταπολεμικού κοινωνικού συμβιβασμού, για να τονώσουν την ανάπτυξη της παραγωγής και, πάνω απ' όλα, εξακολουθούσαν να επιδιώκουν την αναζήτηση μιας ευρείας συμμαχίας.
    Τα κόμματα αυτά δεν είδαν ότι τα νέα και διαφορετικά κοινωνικά υποκείμενα είχαν εισέλθει στη σκηνή, ενεργά σε σχέση με νέες ανάγκες και αντιφάσεις. Πρώτα απ'όλα οι σπουδαστές - τους οποίους οι κομμουνιστές συνέχισαν να αποκρούουν για μεγάλο χρονικό διάστημα ως «πλούσια παιδιά», ανεύθυνους επαναστάτες με περιορισμένη σχέση με την εργατική τάξη. Αυτή η στάση είχε κόστος, επειδή έχασαν την ευκαιρία να συλλάβουν το νέο πνεύμα που είχε προκύψει.
    Παρά τον κοινό αυτό πυρήνα, το '68 δεν εξελίχθηκε με τον ίδιο τρόπο παντού. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, υπήρξε μια διχαστική συζήτηση μέσα στο PCI ήδη πριν από το 1968, ακριβώς πάνω στο ερώτημα για το ιστορικό στάδιο που βρισκόμαστε. Ήταν η Ιταλία ακόμα μια καθυστερημένη χώρα που έπρεπε να ολοκληρώσει την αστική επανάστασή της, ή οι αντιθέσεις του προηγμένου καπιταλισμού ήταν ήδη κυρίαρχες, σε διαπλοκή φυσικά με τις προηγούμενες; Αυτό δημιούργησε τη σύγκρουση μεταξύ της Δεξιάς του PCI και της Αριστεράς, με επικεφαλής τον Pietro Ingrao. Η ομάδα που οδήγησε αυτή τη συζήτηση πέρα ​​από τα όρια της «νομιμότητας» οδηγήθηκε σε έξοδο από το PCI. Αυτή η ομάδα δημιούργησε τότε το Μανιφέστο (Il Manifesto), το οποίο ήταν αρχικά ένα περιοδικό και στη συνέχεια μια καθημερινή εφημερίδα, και τελικά οδήγησε στη δημιουργία του Κόμματος Προλεταριακής Ενότητας (PDUP). Εντάχθηκα σε αυτό μαζί με ένα μεγάλο μέρος του κινήματος του '68.
    Στην Ιταλία, οι πρώτες διαδηλώσεις άρχισαν το 1967, όταν ορισμένα πανεπιστήμια καταλήφθηκαν από τους φοιτητές που διαμαρτυρήθηκαν για ένα νομοσχέδιο - τον περίφημο Νόμο 2314, ο οποίος προωθήθηκε από τον χριστιανοδημοκράτη υπουργό Luigi Gui. Ο νόμος αυτός ήταν μια υπόγεια απόπειρα να υποταχθούν οι σπουδές στην αγορά. Οι πρώτοι που κινητοποιήθηκαν ήταν από το Καθολικό Πανεπιστήμιο του Μιλάνου. Αυτό ήταν σημαντικό, επειδή ο αγώνας καθοδηγήθηκε από νέους που μεγάλωσαν σε θρησκευτικές οργανώσεις σημαδεμένες από την επιρροή του Βατικανού. Όχι μόνο τα σχολεία αλλά και οι καθεδρικοί ναοί κατελήφθησαν.
    Ενώ η αναταραχή ήταν στο αποκορύφωμά της, μια αντιπροσωπεία από το PCF (Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα) ήρθε στη Ρώμη για μια από τις τυπικές συναντήσεις με το (όχι και πολύ αγαπητό) PCI (Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα). Έκπληκτη από το τι συνέβαινε, η γαλλική αντιπροσωπεία επέκρινε το «αδελφό κόμμα» του PCI, λέγοντας ότι «τίποτα τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί στο κατώφλι μας, επειδή έχουμε τον πλήρη έλεγχο των κινήσεων».
    Μόλις λίγους μήνες αργότερα ήρθε ο περίφημος γαλλικός Μάης. Το PCF συνελήφθη απροετοίμαστο και αντέδρασε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Πρώτα απ'όλα, ενήργησε υπό την αιγίδα του μοναδικού εκπροσώπου της εργατικής τάξης, σε τέτοιο βαθμό ώστε η ελεγχόμενη από το Κομμουνιστικό Κόμμα συνδικαλιστική ένωση CGT αρνήθηκε να συναντηθεί με τη φοιτητική οργάνωση UNEFπου είχε ζητήσει μια τέτοια συνάντηση για να συντονίσουν τις κοινές ενέργειες εναντίον της κυβέρνησης. Έφτασε μέχρι του σημείου να υποστηρίξει την απέλαση από τη Γαλλία του «Γερμανού αναρχικού» Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, τον πιο διάσημο ηγέτη του παριζιάνικου '68.
    Στην Ιταλία, όπως και στη Γαλλία, υπήρξαν συγκρούσεις μεταξύ των φοιτητών και εξοργισμένων εργατικών συνδικάτων ακριβώς έξω από τις πύλες των μεγάλων εργοστασίων. Αλλά τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά στην Ιταλία, επειδή υπήρχε ένα διαφορετικό Κομμουνιστικό Κόμμα και συνδικάτα, πιο ανοιχτά στις νέες τάσεις. Ήταν ακριβώς αυτή η στάση που επέτρεψε τις νέες μορφές αγώνα και οι νέες απαιτήσεις που πρόβαλαν οι σπουδαστές να υιοθετηθούν από ένα ευρύτερο κίνημα.
    Το 1969, όταν έγινε η εκπληκτική κινητοποίηση γύρω από την ανανέωση της εθνικής σύμβασης τεχνικών - το λεγόμενο «Καυτό Φθινόπωρο» - οι δύο δυνάμεις ήταν σε σαφή σύγκλιση. Αυτή ήταν η φάση που οδήγησε σε νέες μορφές εκπροσώπησης - πολιτική εκπροσώπηση, και όχι μόνο μέσω συνδικαλιστικών οργανώσεων. Το '69 υπήρχαν εργοστασιακές επιτροπές, επιτροπές ζώνης, μια ολόκληρη σειρά σχηματισμών που άντεξαν στην πάροδο του χρόνου, βοηθώντας τεχνικούς και διανοούμενους να συμμετάσχουν. Αυτό πυροδότησε σημαντικές πολιτιστικές και οργανωτικές μετατοπίσεις: υπήρξε δημοκρατική ψυχιατρική, δημοκρατική ιατρική, δημοκρατική δικαιοσύνη, ακόμη και δημοκρατική αστυνομία. Αρχικά, είχε επίσης σημαντική αντανάκλαση και στο Κοινοβούλιο, οδηγώντας στην ψήφιση ιστορικών μεταρρυθμίσεων: το Καταστατικό των Εργαζομένων, τη θέσπιση εθνικού συστήματος δημόσιας υγείας και την αναθεώρηση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Λίγα χρόνια αργότερα, με το φεμινιστικό κίνημα που πυροδοτήθηκε από το '68, θα έρθει η νομιμοποίηση πρώτα του διαζυγίου και στη συνέχεια της έκτρωσης.
    Ενώ το Ιταλικό '68 έκανε μάλλον λιγότερο θόρυβο από το Γαλλικό, διήρκεσε πολύ περισσότερο, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων της Νέας Αριστεράς. Οι οργανώσεις αυτές είχαν καθιερωθεί ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και το 1976 θα έστελναν επίσης μια μικρή ομάδα στο Κοινοβούλιο, ως ενιαία λίστα, την Προλεταριακή Δημοκρατία.
    Ωστόσο, αυτή ήταν και η αρχή της πτώσης, καθώς το PCI - το οποίο ενώ αρχικά είχε καταλήξει να καβαλήσει το αριστερό κύμα που είχε επιβάλει το ‘68 στην ιταλική κοινωνία γενικά - τώρα επέλεξε τη θλιβερή διαδρομή του «ιστορικού συμβιβασμού». Επρόκειτο για μια απόπειρα συμφωνίας με τη Χριστιανική Δημοκρατία, από τη θέση του αδύναμου, η οποία, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, τελείωσε άσχημα. Η απογοήτευση -και, για πολλούς, ο θυμός προς ό,τι θεωρήθηκε ως προδοσία της Αριστεράς- ήταν μία από τις αιτίες, αν και σίγουρα όχι η μόνη, που ενθάρρυνε την τραγική στροφή προς την τρομοκρατία.
    Μερικοί θεωρούν το 1977 ως ένα είδος δεύτερου '68 στην Ιταλία. Πράγματι, οδήγησε σε ένα νέο κύμα διαδηλώσεων στα πανεπιστήμια. Αλλά τα περιεχόμενα της διαμαρτυρίας και οι μορφές πάλης είχαν αλλάξει και αυτή ήταν η αρχή της παρακμής και στη συνέχεια της ήττας. Από τη μια πλευρά υπήρξε το ρεύμα της λεγόμενης «εργατικής αυτονομίας», το σύνθημα της οποίας δεν ήταν «δουλειά», αλλά «ενάντια στη δουλειά». Αυτό οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις και αποκοπή οποιασδήποτε πραγματικής σχέσης με τα εργοστάσια. Από την άλλη πλευρά ήταν οι λεγόμενοι «Μητροπολιτικοί Ινδιάνοι», μια απάντηση στην περαιτέρω προλεταριοποίηση των φοιτητών, που κατέφυγαν σε μια υπαρξιακή διαμαρτυρία που ήταν όλο και λιγότερο πολιτική.

    Η Πράγα, η Ευρώπη και το Μανιφέστο
    Φυσικά, δεδομένου του πλαισίου, το '68 στην Ανατολική Ευρώπη ήταν αρκετά διαφορετικό. Το αποκορύφωμα ήταν η Γιουγκοσλαβία, όπου υπήρχε μια ομοιότητα ανάμεσα στην κατάληψη του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου – το οποίο ξαναβαφτίστηκε σε «Κόκκινο Πανεπιστήμιο Καρλ Μαρξ» - και στα κινήματα σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιαπωνία. Αλλού στον κομμουνιστικό κόσμο υπήρχε μια γενικευμένη εξέγερση της νεολαίας, αναβιώνοντας το πνεύμα και τη δύναμη μιας δημοκρατικής, αντι-γραφειοκρατικής λαϊκής διαμαρτυρίας που είχε σιγήσει από το 1956. Όλα ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 1968, όταν ο Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ ανέλαβε τα ηνία του Τσεχοσλοβακικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της κυβέρνησης, ορίζοντας μια νέα πορεία που προκάλεσε τον ενθουσιασμό όχι μόνο σε εκείνη τη χώρα, αλλά και σε όλες τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
    Η Τσεχοσλοβακία είδε βαθμούς ελευθερίας άνευ προηγουμένων, που επέτρεψαν τη μουσική, τα ρούχα, και τη λογοτεχνία της γενιάς του ’68 από την άλλη πλευρά του Σιδηρού Παραπετάσματος, τα οποία εξαπλώθηκαν ως ιός σε όλη τη χώρα. Αυτή η άνθηση της ελπίδας καταστράφηκε βάναυσα από τα σοβιετικά τανκς που εισέβαλαν στην Πράγα στις 21 Αυγούστου. Όπως σημειώνει ο Umberto Eco σε μια αξιομνημόνευτη ανταπόκρισή του από την πρωτεύουσα της Τσεχίας, τα τανκς αποκρούστηκαν από τους μακρυμάλληδες νέους της Πράγας που περικύκλωσαν τους Σοβιετικούς στρατιώτες και τους προσκαλούσαν να χορέψουν μαζί τους. Φώναζαν σαρκαστικά: «Ξυπνήστε τον Λένιν, ο Μπρέζνιεφ τρελάθηκε!».
    Ο στόχος της εισβολής της Μόσχας δεν ήταν μόνο - όπως ισχυρίστηκαν λίγες κομμουνιστικές οργανώσεις και ανάμεσά τους το Κόμμα της Κούβας – η καταστολή των αντεπαναστατικών δυνάμεων, αλλά το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα του Ντούμπτσεκ. Στις 22 Αυγούστου, το κόμμα αναγκάστηκε να πραγματοποιήσει ένα ειδικό μυστικό συνέδριο.
    Οι θέσεις που προέκυψαν από την έκτακτη αυτή διαδικασία, που πραγματοποιήθηκε σε ένα εργοστάσιο στην περιφέρεια της κατεχόμενης πρωτεύουσας, έφτασαν σε εμάς τους επόμενους μήνες και δημοσιεύθηκαν στο πρώτο τεύχος του “Il Manifesto”. Αυτό το περιοδικό γεννήθηκε κατευθείαν από αυτό που συνέβη στην Πράγα. Ήταν το αποτέλεσμα της ρήξης μέσα στο PCI: υπήρχαν άλλοι λόγοι για τη διάσπαση φυσικά, αλλά ήταν αυτά τα γεγονότα που την επιτάχυναν.
    Σε αντίθεση με τα «αδελφά κόμματα» το PCI καταδίκασε κατηγορηματικά την εισβολή, αλλά κατηγόρησε το Σοβιετικό Κομμουνιστικό Κόμμα απλώς για ένα «λάθος», ενώ το Manifesto κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτό το σύστημα δεν μπορούσε πλέον να μεταρρυθμιστεί. Η ομάδα στην καρδιά του περιοδικού απομακρύνθηκε από το PCI και από το 1969 και μετά, ήταν οργανικό μέρος του κινήματος που ξεπήδησε από το '68, το οποίο τώρα έπαιρνε τη μορφή διάφορων πολιτικών ομάδων.
    Ακόμα όμως θυμάμαι, πώς, κατά τις ημέρες που ακολούθησαν την εισβολή στην Πράγα, ήμασταν έκπληκτοι από την έλλειψη αντίδρασης ανάμεσα σε ένα μεγάλο μέρος της γενιάς του ‘68. Οι κομμουνιστές ήταν συγκλονισμένοι, αλλά για τους περισσότερους, αυτή η εμβληματική σοβιετική ενέργεια φαινόταν κάτι μακρινό, σχεδόν σαν να μην τους απασχολούσε. Οι περισσότεροι πήραν μια θέση ίσων αποστάσεων μεταξύ του Ντούμπτσεκ και του Μπρέζνιεφ, καχύποπτοι για τη νέα πορεία της Τσεχοσλοβακίας που τους φαινόταν σαν μια επικίνδυνη στροφή προς τα δεξιά.
    Ο Ρούντι Ντούτσκε ήταν ο μόνος ηγέτης που ενδιαφέρθηκε για την πρωτοβουλία των μεταρρυθμίσεων και τον Απρίλιο πήγε στην Πράγα, λίγο πριν τραυματιστεί σοβαρά από την απόπειρα εναντίον της ζωής του κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στο Βερολίνο. Ένα από τα πράγματα που είδε στην Πράγα ήταν ότι υπάρχει ο «κίνδυνος προσωρινής εξύψωσης των αστικοδημοκρατικών δυνάμεων» και η «διείσδυση αντι-σοσιαλιστικών ιδεών».
    Κανένας από τα Νέα Αριστερά στην Ιταλία, από τις πιο διακεκριμένους εκδόσεις όπως Quaderni Piacentini, Classe e Stato, και Nuovo Impegno της τροτσκιστικής πλευράς, ούτε ακόμα η Lotta Continua και η Potere Operaio, κατανόησε το μέγεθος του τι είχε συμβεί. Ένα κείμενο από την ομάδα της Potere Operaio στην Πίζα, αμέσως μετά την αυτοκτονία του Jan Palak, έκρινε ότι οι αναλύσεις των νέων τεχνοκρατών της Πράγας (οι οικονομολόγοι πίσω από τη νέα πορεία του Ντούμπτσεκ) «αδίστακτα υιοθέτησαν τα δυτικά νεο-καπιταλιστικά πρότυπα». Αυτό, περισσότερο απ' όλα υπαινίσσονταν ότι οι μεταρρυθμίσεις στην Τσεχοσλοβακία απομακρύνονταν από τις αυστηρές μορφές ισότητας, αυτό δηλαδή που επεδίωκε το κίνημα στα εργοστάσια της Ιταλίας.
    Στη Γαλλία υπήρξε η ίδια δυσπιστία και, σε μεγάλο βαθμό, αδιαφορία, όπως και στο ισχυρό κίνημα του ‘68 στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, το οποίο κατεστάλη σκληρά (με περισσότερους από 800 συλληφθέντες φοιτητές). Στο μέσον της επίθεσης Τετ (σ.μτφ. μεγάλης έκτασης επίθεση των κομμουνιστών ανταρτών στο Βιετνάμ), το αμερικανικό κίνημα ενδιαφερόταν κυρίως για το τι συνέβαινε στο Βιετνάμ και επιτέθηκε στο Υπουργείο Άμυνας, το οποίο χρησιμοποιούσε ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Κολούμπια για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.
    Η απόσταση τους από το τσεχοσλοβακικό δράμα δεν σήμαινε συμπάθεια για την ΕΣΣΔ. Αλλά η πρόκληση για το καθεστώς της Μόσχας παίχτηκε σε άλλο γήπεδο, στο όνομα άλλων λαών, στους λαούς του Τρίτου Κόσμου. Το ’68 βρέθηκε αντιμέτωπο με μια νέα έκρηξη συνείδησης: μετά την Κρίση των Πυραύλων στην Κούβα, ο κόσμος φάνηκε να μετατοπίζεται προς μια σχετικά ειρηνική συνύπαρξη, υπό την αιγίδα των δύο υπερδυνάμεων, μια ισορροπία μέσα σε ένα νεοκαπιταλιστικό πλαίσιο. Αλλά αυτό δεν ήταν η πραγματικότητα: ο πρόσφατα ανεξαρτητοποιημένος Τρίτος Κόσμος δεν εντασσόταν σε αυτή την εικόνα και η αντίσταση του Βιετνάμ ήταν μόνο η αιχμή του δόρατος μιας γενικότερης εξέγερσης.
    Στους εξεγερμένους του '68, η ΕΣΣΔ έμοιαζε με έναν από τους δύο χωροφύλακες που επιδιώκουν να σώσουν την «ειρήνη» καταπολεμώντας κάθε αναταραχή που ρίσκαρε να διαταράξει αυτή την εικόνα. Το να σκεφτεί κανείς να ενσωματώσει αυτή την αναστάτωση, μέσα στο πενιχρό πλαίσιο του παραδοσιακού αριστερού ρεφορμισμού, ήταν αδύνατο. Υπό αυτή την έννοια, είναι γεγονός ότι το '68, που σχεδόν παντού, αμφισβήτησε το status quo που επέβαλε η αντίληψη των δύο μεγάλων δυνάμεων για συνύπαρξη, ήταν «Κινέζικο». Ήταν μια κριτική διαφορετική από εκείνη που είχαν οι προηγούμενες γενιές που βρέθηκαν σε επαφή με την κομμουνιστική σκέψη, καθώς τώρα ζούσαν τη δραματική, μη αναστρέψιμη κρίση του σοβιετικού κοινωνικού μοντέλου.
    Θα πρέπει να αναφέρω ότι σε αυτή τη σύνοψη του '68 δεν μίλησα για φεμινισμό. Σε αντίθεση με όσα λένε οι αγιογραφικοί επίσημοι εορτασμοί, το '68 δεν ήταν φεμινιστικό. Αντίθετα, ήταν ακόμα πολύ σεξιστικό. Λίγες γυναίκες μιλούσαν στις συνελεύσεις και συχνά έμπαιναν στα μικρότερα καθήκοντα, φτάνοντας στο σημείο να τις αποκαλούν «αγγέλους των αντιγραφικών μηχανών». Όλα αυτά δεν αναιρούν το γεγονός ότι το κίνημα είχε αντίκτυπο στον φεμινισμό, αλλά το φεμινιστικό κίνημα ήταν κάτι που είχε προκύψει νωρίτερα, σε μορφή μικρών ομάδων, και έκανε τη δική του σιωπηλή, παράλληλη πρόοδο, μόνο για να εκραγεί τέσσερα ή πέντε χρόνια αργότερα.
    Αυτό ήταν αποτέλεσμα του '68, υπό την έννοια ότι αυτό το κίνημα - το οποίο βρέθηκε αντιμέτωπο με ένα ξέσπασμα συλλογικής υποκειμενικότητας - έδωσε στις γυναίκες το θάρρος να κρατήσουν το μικρόφωνο. Ωστόσο, όταν μίλησαν, μίλησαν ενάντια στις οργανώσεις που είχαν αναδυθεί από το '68. Αυτό συνέβη στην Ιταλία, όταν οι γυναίκες έκαναν μια εντυπωσιακή έξοδο από τη Lotta Continua, την οργάνωση που ήταν πιο αδιάφορη στο μήνυμά τους. Αλλά είχε επίσης επίδραση και αλλού, όπως στην ομάδα Il Manifesto-PDUP, η οποία είχε από νωρίς δώσει χώρο στο περιοδικό στα πρώτα βήματα αυτού του φεμινιστικού κύματος. Στα μέσα της δεκαετίας του '70, πολλές κολεκτίβες των γυναικών επέλεξαν το δρόμο της ξεχωριστής πολιτικής δραστηριότητας.

    Η χαρά του αγώνα
    Πριν από λίγες εβδομάδες, στην αίθουσα διδασκαλίας της Σχολής Επιστημών του Πανεπιστημίου της Ρώμης ξεκίνησαν οι εορτασμοί της επετείου στην ιταλική πρωτεύουσα. Ο Paolo Mieli - εκείνη την εποχή αγωνιστής της Lotta Continua και αργότερα πρόεδρος του ισχυρότερου εκδοτικού ομίλου της Ιταλίας, ο οποίος εκδίδει την εφημερίδα Corriere della Sera - έκανε μια οξεία παρατήρηση. Υπενθυμίζοντας την περίοδο αυτή, μίλησε πρωτίστως για το πόσο σημαντικό ήταν για τους νέους της εποχής το γεγονός ότι το κίνημα τους επέτρεψε να αποδράσουν από τη μοναξιά, να ξεπεράσουν την ατομική διάσταση. Ότι προσέφερε την ευτυχία που έρχεται με την ανακάλυψη του άλλου, το να γίνεσαι κομμάτι μιας συλλογικότητας, να γίνεσαι πρωταγωνιστής.
    Αυτό σήμαινε ταυτόχρονα την ανακάλυψη τόσο της πολιτικής όσο και της υποκειμενικότητας που απαιτείται για την άσκηση πολιτικής. Θα έλεγα ότι η βαρύτερη απώλεια που έχουμε, μετά τα κέρδη του '68, είναι ότι η πολιτική δεν θεωρείται πια πηγή ευτυχίας. Το νόημά της έχει αλλάξει, γιατί έχει υποβαθμιστεί από μια σοβαρή κρίση δημοκρατίας.
    Η Rita di Leo, Ιταλίδα κοινωνιολόγος, μόλις έγραψε ένα βιβλίο για την εκατονταετηρίδα της Οκτωβριανής Επανάστασης με τίτλο From From Lenin to Zuckerberg. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μετά από χιλιάδες χρόνια κατά τα οποία προσπαθούσαμε να οικοδομήσουμε τον πολιτικό, κοινωνικό άνθρωπο, χάρη στον «Άνθρωπο του Αλγορίθμου», επιστρέψαμε στον πρωτόγονο, ακοινώνητο άνθρωπο. Το μόνο που μένει είναι να προετοιμαστούμε για τη βαρβαρότητα. Είμαι λιγότερο καταστροφολόγος από αυτήν - αλλά ανησυχώ. Της Luciana Castellina.  Jacobin Μετάφραση: antapocrisis.gr




    Μάης 1968: Από το στατικό στο κυβιστικό υποκείμενο

    Τα κύματα του Μάη έχουν αναμφισβήτητα ελευθεριακό χαρακτήρα
    Αναφορικά με τον Μάιο του 1968, αναπαράγεται διαρκώς εδώ και δεκαετίες το ίδιο ερώτημα, αυτό του υποκειμένου. Σύμφωνα με μία οπτική –την πιο διαδεδομένη- την πρωτοπορία του Μάη αποτέλεσαν οι φοιτητές και οι διανοούμενοι, υπερκαλύπτοντας τους εργάτες. Σύμφωνα με την πιο παραδοσιακή οπτική, ο Μάης απέκτησε πραγματικά επαναστατικά χαρακτηριστικά όταν μετατράπηκε σε Γενική Απεργία και αυτό επιβεβαιώνει ότι οι εργάτες αποτελούν την επαναστατική πρωτοπορία στον καπιταλισμό. Με άλλα λόγια, πρόκειται για το ερώτημα «ταυτοτικά κινήματα ή τάξη», που με διάφορους τρόπους επανέρχεται και σήμερα.
    Το ερώτημα, αν και μονότονο, έχει το ενδιαφέρον του, δεδομένου ότι μιλάμε για την μοναδική πραγματική επαναστατική κατάσταση που δημιουργήθηκε στον δυτικό κόσμο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
    Είναι όμως και λάθος.
    Γιατί η έννοια του υποκειμένου αλλάζει συνολικά, ριζικά και οριστικά το 1968, με έναν τρόπο που ακόμα και σήμερα το αντικαπιταλιστικό κίνημα δεν έχει χωνέψει.
    Παρακολουθώντας λίγο πιο κυβιστικά τον Μάη μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι τόσο το πρώτο «φοιτητικό» όσο και το δεύτερο «εργατικό» κύμα του, συμπίπτουν σε ορισμένα πολύ δομικά χαρακτηριστικά:
    Το πρώτο από αυτά, είναι ο αναμφισβήτητα ελευθεριακός χαρακτήρας τους. Αυτός αφορά την συνολική άρνηση της κάθετης οργάνωσης και της δομής του «κόμματος» και άρα προϋποθέτει την κοινωνική σύνθεση και όχι την πολιτική οργάνωση ως μέθοδο κοινωνικού μετασχηματισμού.
    Το δεύτερο είναι η απόλυτη και πλήρης αντιστροφή της τάσης των κοινωνικών υποκειμένων να προσπαθούν να αναπαραχθούν μέσα από την κίνησή τους και η μετατροπή της σε τάση αυτοκατάργησης. Όλες οι ταυτότητες που συνυπάρχουν στον Μάη, συμπεριλαμβανομένης της εργατικής, δρουν στην κατεύθυνση του να πάψουν να υπάρχουν ως τέτοιες. Το αίτημα αυτό συμπυκνώνεται στο σύνθημα της αυτοδιαχείρισης.
    Το τρίτο είναι η συνολική άρνηση του παραγωγικισμού ως επαναστατικού μοντέλου. Ο Μάης γκρεμίζει συθέμελα την ιδέα ότι «το καθήκον των επαναστάσεων συνίσταται στη χειραφέτηση όχι των ανθρώπων, αλλά των παραγωγικών δυνάμεων», που υπονόησε ο Μαρξ και αποθέωσαν ο Λένιν, ο Τρότσκι και οι φίλοι τους. Συνεπακόλουθα γκρεμίζει και όλη την επαναστατική θεολογία του 20ού αιώνα: Στην δοξαστική ιδέα του εργατικού εργάτη αντιπαρατάσσει το σύνθημα «να μη δουλέψουμε ποτέ ξανά», στην ιεραρχία την άμεση δράση, στη τυραννία της επαναστατικής πειθαρχίας την ακολασία του ελευθεριακού πάθους και του λόγου που τρέφεται από αυτό. Έτσι επεκτείνεται από το εργοστάσιο στο σύνολο της συλλογικής ύπαρξης και της κοινωνικής ζωής, χωρίς να απολέσει τον ταξικό χαρακτήρα του.
    Η ουσία του Μάη λοιπόν, βρίσκεται στον επαναπροσδιορισμό του στατικά ιδωμένου υποκειμένου σε μια άλλη πιο δυναμική μορφή, κοινωνικά κυβιστική. Η τάξη συγκροτείται ως μια συνομοσπονδία ταυτοτήτων, διατηρώντας τον παρανομαστή της θέσης στις παραγωγικές σχέσεις, είναι λοιπόν ταυτόχρονα υποκειμενική και αντικειμενική και άρα πέρα από αυτό το ερώτημα. Η τάξη είναι τμήμα και απόληξη αυτών των ταυτοτήτων.
    Η έκφραση αυτού του δυναμικού υποκειμένου είναι αδύνατη μέσα από τις κουρασμένες βεβαιότητες που γέννησε ο 20ός αιώνας για το εργατικό κίνημα. Μακριά από την ιδέα ότι ο κομμουνισμός είναι απλά η τελική βελτιωτική ρύθμιση της βιομηχανικής κοινωνίας, οι επαναστάσεις του μέλλοντος τραγουδούν τους στίχους του Λεό Φερρέ, που ο Μάης του ’68 έκανε σύνθημα:
    «Ας μαζέψουμε όλους τους ποιητές/ όλους αυτούς που μιλούν με λέξεις/ και ας τους παραγγείλουμε τραγουδάκια/ που θα αφαιρεθούν από τον φόρο τους.
    Με όργανα να τη συνοδεύουν, για να χορέψουμε/ η ποίηση βρίσκεται στον δρόμο». Γ. Ανδρουλιδάκης




    Ο Μάης ‘68 και το επαναστατημένο σώμα

    Η επανάσταση χρειάζεται να διαπερνά όλες τις στιβάδες της καθημερινής ζωής

    «Ο Μάης ανήκει στους ορίζοντες του μέλλοντος που χάραξε»*. Μισό αιώνα μετά, το φάντασμα του Μάη εξακολουθεί να πλανιέται πάνω από την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο πιο απειλητικό παρά ποτέ, γιατί η Ιστορία, τελικά, δεν τελείωσε με τη νίκη του νεοφιλελευθερισμού, γιατί ο καπιταλισμός στην επιθανάτια αγωνία του, απειλώντας την υφήλιο με νέο παγκόσμιο πόλεμο, καθιστά την κοινωνική Επανάσταση δραματικά επίκαιρη… γιατί ο Κομμουνισμός μας θα είναι πανανθρώπινος και ελευθεριακός, αλλιώς δεν θα υπάρξει!
    Ο μαρξιστής ψυχίατρος Φελίξ Γκουαταρί εκφράζει, ίσως, με τον καλύτερο τρόπο το πνεύμα της επανάστασης του Μάη στην παρακάτω φράση: «Η επαναστατική συνείδηση είναι κάτι θολό αν δεν τοποθετείται εντός ενός επαναστατικού σώματος, με άλλα λόγια, εντός ενός σώματος που παράγει την ίδια του την ελευθερία»**.
    Ο Μάης είναι ζωντανός γιατί μετά τον Κόκκινο Οκτώβρη του ’17, μας θύμισε και πάλι ότι η κοινωνική επανάσταση χρειάζεται να διαπερνά όλες τις στιβάδες της καθημερινής ζωής, τινάζοντας στον αέρα κάθε μορφή εξουσιαστικών σχέσεων στην οικογένεια, στη γειτονιά, στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στους χώρους δουλειάς, στις σχέσεις ανάμεσα στα ζευγάρια, στις σεξουαλικές επιλογές του κάθε ανθρώπου, αλλά και στον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την ίδια τους τη ζωή, το πώς σκέφτονται και το πώς δρουν, το τι σκέφτονται και το τι επιθυμούν.
    Στις μέρες της εξέγερσης, με τη μεγαλύτερη Γενική Απεργία του 20ου αιώνα και δέκα εκατομμύρια απεργούς εργάτες στον δρόμο, παρ’ όλα τα εμπόδια που έβαλαν οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες και το ΚΚΓ, η απελευθέρωση της επιθυμίας και το άνοιγμα της φαντασίας των Καταπιεσμένων φέρνουν την τέχνη και τη δημιουργία μέσα στη ζωή. Η εξουσία πρέπει να δοθεί στη φαντασία, κατά το γνωστό σύνθημα. Οι εξεγερμένοι εργάτες και φοιτητές, οι καθημερινοί άνθρωποι επιχειρούν να αναδημιουργήσουν την ίδια τους τη ζωή με κάθε δυνατό τρόπο. Οι φραγμοί μεταξύ πολιτικής δράσης και κοινωνικής ζωής καταρρίπτονται, η κάθε μέρα παίρνει διάφορες μορφές και ο κάθε άνθρωπος μπορεί να εκδηλώνει με πολλούς τρόπους την αντίστασή του στη ρουτίνα, ως μέρος μιας συλλογικότητας, που διαμορφώνεται μέσα από αντι-ηγεμονικές συμμαχίες σε πολλά επίπεδα.
    Οι κοινωνικοί επαναστάτες και οι καλλιτέχνες συναντιούνται αποφασιστικά με την ψυχανάλυση, προσπαθούν να συνομιλήσουν με τις σκοτεινές περιοχές του ασυνείδητου και του υποσυνείδητου, με το ανοίκειο μέσα στον άνθρωπο, με την τρέλα και το παραλήρημα, χωρίς φόβο και ηθικολογίες. Πλέον, η έρευνα του Ανθρώπινου λαμβάνει χώρα σε όλο το φάσμα της κοινωνικής, ψυχικής και πνευματικής ζωής του ανθρώπου. Αυτό που πλέον διακυβεύεται είναι η πλήρης ανθρωπινότητα του ανθρώπου, ο ίδιος ο ανθρώπινος άνθρωπος σε αναζήτηση μιας νέας τοπογραφίας κοινωνικών σχέσεων, μια κοινότητα του αισθάνεσθαι και του ζειν των καταπιεσμένων, όπου η τέχνη, συμβάλλοντας στον ριζικό μετασχηματισμό της συλλογικής και ατομικής ζωής, γίνεται η ίδια τρόπος ζωής.
    Ο Μάης ανήκει στο παρόν μας, στην κάθε στιγμή της ζωής μας…
    Hic Rhodus, hic saltus!
    * Σάββα Μιχαήλ: «Ορίζοντες του Μάη – Το Υποκείμενο μπροστά στο Παρόν», στο «Homo Liber», εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2016, σελ. 279.
    **Φελίξ Γκουατταρί: «Για να τελειώνουμε με τη σφαγή του σώματος», μτφ. Σάββας Στρούμπος. Ολόκληρο το κείμενο στο περιοδικό Πανοπτικόν τ.23. Σάββας Στρούμπος σκηνοθέτης, μέλος του ΕΕΚ

    Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου