Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Χρήσεις των μη-χρήσιμων - Πολιτικές φιλοσοφίες της Ανεργίας

Του Alberto Toscano
Μετάφραση: Ειρήνη Γαϊτάνου


 Το κείμενο αποτελεί την παρουσίαση του Alberto Toscano στο συνέδριο του Historical Materialism 2012. Ο Alberto Toscano είναι γνωστός μαρξιστής της νεότερης γενιάς, κοινωνιολόγος και φιλόσοφος και καθηγητής στο Goldsmiths του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, ο οποίος έχει δουλέψει ιδιαίτερα πάνω στην επικαιρότητα του κομμουνισμού. Οι φωτογραφίες είναι επίσης από την παρουσίαση, και σύμφωνα με σημείωση του συγγραφέα, οι περισσότερες προέρχονται από τις λιθογραφίες του Κεφαλαίου του Hugo Gellert σ.1 Δημοσιεύουμε το κείμενο σε δύο μέρη.

ΜΕΡΟΣ Α'

Έτσι, μόλις πια το κεφάλαιο [...] πάψει να υπάρχει για τον εργάτη, παύει να υπάρχει και ο εργάτης για τον εαυτό του: δεν έχει δουλειά και κατά συνέπεια δεν έχει μισθό, και από τη στιγμή που υπάρχει όχι σαν άνθρωπος, αλλά σαν εργάτης, μπορεί απλούστατα να σκάψει τον τάφο του και να πεθάνει από την πείνα. Ο εργάτης υπάρχει σαν εργάτης μόνο όταν υπάρχει για τον εαυτό του σαν κεφάλαιο, και υπάρχει σαν κεφάλαιο μόνο όταν το κεφάλαιο υπάρχει γι' αυτόν. Η ύπαρξη του κεφαλαίου είναι η δική του ύπαρξη, η ζωή του, γιατί προσδιορίζει το περιεχόμενο της ζωής του με έναν τρόπο αδιάφορο σ' αυτόν. Έτσι η πολιτική οικονομία δεν αναγνωρίζει τον μη απασχολούμενο εργάτη, τον εργαζόμενο άνθρωπο, όσο είναι έξω από την εργασιακή αυτή σχέση. Ο αγύρτης, ο απατεώνας, ο ζητιάνος, ο άνεργος, ο πεινασμένος, ο άπορος και ο εγκληματίας, είναι μορφές που δεν υπάρχουν για την πολιτική οικονομία αλλά μόνο για άλλα μάτια – για τα μάτια των γιατρών, των δικαστών, του νεκροθάφτη, των επιτροπών της ενορίας κλπ. Νεφελώδεις μορφές που δεν ανήκουν μέσα στην επικράτεια της πολιτικής οικονομίας. (Οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα 1844)σ.2

Η ανικανότητα να πολιτικοποιήσουμε την ανεργία χωρίς να εστιάζουμε μόνο σε ένα αδύναμο και αμφίσημο αίτημα για δικαίωμα στην εργασία, για προγράμματα δουλειάς και τη διατήρηση μερικών από τις δομές προνομίων του κράτους πρόνοιας, είναι ένα από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά της παρούσας κρίσης. Συνοδεύεται επιπλέον από μια δημόσια τάση να επαν-επιβεβαιωθεί η κεντρικότητα της μισθωτής εργασίας στην κοινωνική και πολιτειακή ζωή, η οποία ξεδιπλώνεται από ένα τιμωρητικό σύστημα που επικεντρώνεται γύρω από τις πρακτικές «workfare»σ.3, όπως πικρά καταδεικνύεται σε ανέκδοτα σαν τη διαπίστωση ότι οι Βρετανοί που ψάχνουν εργασία αυξάνουν τον αριθμό των ωρών που ξοδεύονται για την ανεύρεση εργασιών που δεν υπάρχουν. Πρόκειται πράγματι για ένα κοινωνικό τοπίο όπου η ακόλουθη παρατήρηση του André Gorz έχει καυστική συνάφεια: «Ποτέ η “αναντικατάστατη”, “απαραίτητη” λειτουργία της εργασίας ως πηγή “κοινωνικών δεσμών”, “κοινωνικής συνοχής”, “ενσωμάτωσης”, “κοινωνικοποίησης”, “εξατομίκευσης”, “ατομικής ταυτότητας” και νοήματος δεν έχει γίνει τόσο εμμονικά αντικείμενο επίκλησης, όσο από τότε που έγινε ανίκανη να εκπληρώσει οποιαδήποτε από αυτές τις λειτουργίες»σ.4. Αν και θα  ήθελα να αμφισβητήσω τη παροδικότητα του επιχειρήματος του τέλους της εργασίας που προβάλλεται από τον Gorz και άλλους, νομίζω ότι το να υπογραμμίζεται το ρήγμα μεταξύ μιας πανταχού παρούσας ιδεολογίας της εργασίας και της κοινωνικής της αποσύνθεσης είναι σήμερα ωφέλιμο. Σε αυτή την ομιλία, θα ήθελα να υποστηρίξω ότι η διερεύνηση της τρέχουσας συνάφειας της μαρξικής θεωρίας των σχετικών υπερπληθυσμών και η δύσκολη μετάφρασή της στη γλώσσα της πολιτικής, μας παρέχει ένα σημαντικό δείκτη για δύο αντίθετες, αλλά ισότιμα περιοριστικές, πολιτικές φιλοσοφίες της παρούσας περιόδου: αφενός, μια θέση που διαχωρίζει την πολιτική διαβεβαίωση της ισότητας από τον δομικό ανταγωνισμό μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας (θέση που θα συσχετίζαμε με τον Μπαντιού), και αφετέρου, μια θέση που βλέπει την απελευθέρωση της παραγωγικότητας της ζωντανής εργασίας από τα παρασιτικά καπιταλιστικά δεσμά της (που θα συσχετίζαμε με τον Νέγκρι). Τώρα, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι και οι νεο-γιακωβίνικοι κομμουνισμοί και οι βιταλιστικοί παραγωγισμοί τροφοδοτήθηκαν από την κοινωνική και ιδεολογική αποσύνθεση της βιομηχανικής εργατικής τάξης και από την κρίση του μαρξισμού τη δεκαετία του 1970, οι πρώτοι εντείνοντας την κομμουνιστική πολιτική τους σε βάρος της οικονομικής της ολοποίησης, οι δεύτεροι διατηρώντας πολλά από τα πιο παραδοσιακά τους σχήματα (κυρίως αυτό που περιγράφει ότι οι παραγωγικές δυνάμεις διαπερνούν και σπάνε το περίβλημα των νομικών και πολιτικών σχέσεων) ενώ ταυτόχρονα εγκατέλειπαν την εντόπιση της παραγωγικής εργασίας και της εξεγερσιακής υποκειμενικότητας στο βιομηχανικό προλεταριάτο. Θα υποστήριζα ότι τέτοιες θέσεις, με συμμετρικό τρόπο, αγνοούν το χαρακτήρα των σύγχρονων αγώνων ως απαντήσεις στις «δομικές προσαρμογές» της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας, και ότι συγκεκριμένα προσπαθούν να συναρθρώσουν το πρόβλημα του πολιτικού υποκειμένου στο παρόν με εκείνο της εργασίας ως κυρίαρχης (αν και σύμφωνα με κάποιους, επίσης υπολειμματικής) μορφής της κοινωνικής σύνθεσης. Παρενθετικά, υπάρχει μια ειρωνεία σε όλο αυτό, καθώς οι αγώνες σχετικά με τον εφεδρικό στρατό εργασίας υπήρξαν καθοριστικοί για την πολιτική γένεση και των δύο αυτών ρευμάτων σκέψης που υπαινίσσομαι – τόσο στον προσανατολισμό του γαλλικού μαοϊσμού προς το «χωρίς χαρτιά» και υπερ-εκμεταλλευόμενο «διεθνές προλεταριάτο της Γαλλίας» όσο και στο ενδιαφέρον της ιταλικής αυτονομίας προς το νεολαιίστικο μητροπολιτικό υπο-προλεταριάτο.

Οι πολιτικές συνέπειες του «τέλους της εργασίας» προσεγγίζονταν από τα πιο μαχητικά αισιόδοξα σκέλη της Ευρωπαϊκής Αριστεράς του 1970 έχοντας κατά νου το παράδειγμα του αποκαλούμενου «αποσπάσματος για τις μηχανές» των Grundrisse – εν συντομία ως θεωρίες της μερικής απελευθέρωσης από τη σφαίρα της αναγκαιότητας της εργασίας μέσω της μεσολάβησης της αυτοματοποίησης, επαναφέροντας την αντιφατική δυναμική σύμφωνα με την οποία η εντεινόμενη παραγωγικότητα και η δυνατότητα συσσώρευσης κοινωνικού πλούτου, παρά κεφαλαίου, συνοδεύονταν από την εξαθλίωση των εργατών και της κοινωνίας. Η γραμμικότητα αυτής της αντίληψης, σε ό,τι αφορά τόσο την κοσμική κατεύθυνση της συσσώρευσης όσο την πολιτική υποκειμενικότητα των απογόνων και των νεκροθαφτών της, είναι μια αδυναμία που έχει αναδειχτεί από πολλές κριτικές. Η πρόταση πολλών πρόσφατων συγγραφέων, τους οποίους θα χρησιμοποιήσω – μεταξύ των οποίων οι Ken Kawashima, Michael Denning, Aaron Benanav και Fredric Jameson – για να ξανασκεφτώ τον καπιταλισμό και τις αρνήσεις του ξεκινώντας από τα επιχειρήματα στο κεφάλαιο 25 του Κεφαλαίου και σχετικά χωρία από τα Grundrisse, θέτει μια έγκαιρη πρόκληση, με το ενδεχόμενο να εκτοπίσει νοσταλγικές αντιλήψεις προλεταριακής πολιτικής, καθώς και πρόωρους αποχαιρετισμούς στην εργατική τάξη. Μεταξύ των αρετών αυτής της μετατόπισης εστίασης προς το ερώτημα των υπερπληθυσμών είναι (1) η ανάκτηση του διαλεκτικού πυρήνα του μαρξικού επιχειρήματος για την «ανεργία», που έχει συκοφαντηθεί από τις θεωρίες της εξαθλίωσης και του τέλους της εργασίας· (2) η ευαισθησία στην άνιση χωρική και χρονική διαλεκτική του κεφαλαίου· (3) μια προσοχή στις πειθαρχικές και δημογραφικές διαστάσεις της κοινωνικής αλλαγής, η οποία είναι ικανή να συναρθρώσει τη βιοπολιτική, την πειθαρχία και τη συσσώρευση με όρους βίαιης επιβολής και ανάκλησης της σχέσης κεφαλαίου/εργασίας· (4) η ικανότητα να αναδιατυπωθεί το ερώτημα της φυλετικής και έμφυλης συγκρότησης της τάξης ως συστατική και όχι συμπληρωματική διάσταση αυτής της σχέσης· (5) η τοποθέτηση σε πρώτο πλάνο του προβλήματος της προλεταριακής πολιτικής στο παρόν πέρα από νοσταλγίες για τη βιομηχανική εργατική τάξη ή πρόωρους αποχαιρετισμούς. Θέλω να ασχοληθώ με αυτά τα πέντε σημεία με τη σειρά, με εξαιρετική συντομία, απλά για να παράσχω κάποιες από τις θεωρητικές συντεταγμένες για να προσεγγίσουμε το πολιτικό μας παρόν υπό το πρίσμα της μαρξικής έννοιας των υπερπληθυσμών.

  1. Διαλεκτική του πλεονάσματος: Ο πληθυσμός είναι μάλλον το πιο
    εκθαμβωτικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η μαρξική διαλεκτική μεταμορφώνει τις μονόπλευρες αφαιρέσεις της πολιτικής οικονομίας. Σε αυτή τη σπάνια τοποθέτηση για τη μέθοδο που αποτελεί την Εισαγωγή στα Grundrisse του 1857, γράφει ο Μαρξ εξαίσια: «Φαίνεται σωστό να ξεκινήσουμε με το πραγματικό και το συγκεκριμένο, με την πραγματική προϋπόθεση, άρα να ξεκινήσουμε, στα οικονομικά, με π.χ. τον πληθυσμό, που είναι το θεμέλιο και το υποκείμενο ολόκληρης της κοινωνικής πράξης της παραγωγής. Ωστόσο, κατόπιν προσεκτικότερης εξέτασης, αυτό αποδεικνύεται λάθος. Ο πληθυσμός είναι μια αφαίρεση αν αφήσω απέξω, για παράδειγμα, τις τάξεις από τις οποίες συντίθεται. Αυτές οι τάξεις με τη σειρά τους είναι μια άδεια φράση αν δεν είμαι εξοικειωμένος με τα στοιχεία στα οποία στηρίζονται. Π.χ. τη μισθωτή εργασία, το κεφάλαιο κλπ.»σ.5 Και όμως, μόλις αυτή η διαλεκτική του αφηρημένου και του συγκεκριμένου εφαρμοστεί στην έννοια του πληθυσμού, το αποτέλεσμα είναι μια απομάκρυνση με καταστροφικά χαρακτηριστικά για τον μαλθουσιανό νατουραλισμό και όλες τις πανούργες πολιτικές του συνέπειες. Γιατί είναι ακριβώς στην πλήρως κοινωνική σχέση μεταξύ της «τροφοδότησης» του κεφαλαίου από έναν αναγκαία εργαζόμενο πληθυσμό και της ταυτόχρονης γέννησής του από έναν διαφοροποιημένο, διαστρωματωμένο σχετικό υπερπληθυσμό που ο Μαρξ αποδίδει τις πιο μαζικές και βαρυσήμαντες αντιφατικές συνέπειες της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Προβάλλοντας τη δυναμική της εργάσιμης μέρας σε μια διαλεκτική δημογραφία, ο Μαρξ υποστηρίζει στα Grundrisse ότι το κεφάλαιο οδηγείται να δημιουργεί όσο περισσότερη εργασία μπορεί, ενώ, αντίστροφα, κάνει το μέρος που καταλαμβάνεται από αναγκαία εργασία να μειώνεται. Υπάρχει λοιπόν «μια τάση του κεφαλαίου να αυξάνει τον εργαζόμενο πληθυσμό, καθώς και να τοποθετεί διαρκώς ένα μέρος του ως υπερπληθυσμό – πληθυσμό που είναι άχρηστος έως ότου το κεφάλαιο να μπορεί να τον χρησιμοποιήσει... Είναι επιπλέον τάση του κεφαλαίου να κάνει την ανθρώπινη εργασία (σχετικά) περιττή, ώστε να την οδηγήσει, ως ανθρώπινη εργασία, προς το άπειρο»σ.6. Ή, σε πιο εμφανώς εγελιανή γλώσσα: «Το κεφάλαιο, ως αυτό που εισάγει την υπερεργασία, είναι στον ίδιο βαθμό και ταυτόχρονα, αυτό που εισάγει και απο-εισάγει την αναγκαία εργασία· υπάρχει μόνο στο μέτρο που η αναγκαία εργασία ταυτόχρονα υπάρχει και δεν υπάρχει».

  1. Γεωγραφία και Χρονικότητα του Πλεονάσματος: Κλίμακα και ταχύτητα, οδηγούμενα από αυτό που ο Massimiliano Tomba έχει θέσει με όρους αποκλίσεων υπεραξίας, διακυβεύονται αμφότερες σε αυτή τη διαδικασία, δανείζοντας στην απορρόφηση και την απώθηση των υπερπληθυσμών έναν έντονα περίπλοκο και ποικίλο ρυθμό, που ωστόσο σε παγκόσμιο επίπεδο χαρακτηρίζεται από μια αύξηση στον απόλυτο εργαζόμενο πληθυσμό και μια γρηγορότερη αύξηση στον σχετικό υπερπληθυσμό (η όλη διαδικασία χαρακτηρίζεται από τον Μαρξ με όρους επιτάχυνσης). Σε μια πλούσια μελέτη πάνω στην ιστορία της ανεργίας, η Maria Grazia Meriggi έχει με ενδιαφέρον τρόπο συνοψίσει αυτή τη διαδικασία:

«Μαζί με την έκταση του κοινωνικού κεφαλαίου ήδη σε λειτουργία, μαζί με το βαθμό της αύξησής του, με την επέκταση της κλίμακας της παραγωγής και της μάζας των εργατών που τίθενται σε κίνηση, μαζί με την ανάπτυξη της παραγωγικής δύναμης της εργασίας, μαζί με την ευρύτερη και πληρέστερη ροή όλων των πηγών πλούτου, επίσης εκτείνεται – στην ανάλυση του Μαρξ – η κλίμακα με την οποία μια μεγαλύτερη προσέλκυση των εργατών από την πλευρά του κεφαλαίου είναι συνδεδεμένη με μια μεγαλύτερη απώθηση του τελευταίου... Συνεπώς ο εργαζόμενος πληθυσμός παράγει σε μεγαλύτερο βαθμό, μέσω της συσσώρευσης του κεφαλαίου που έχει αυτός ο ίδιος παράξει, τα μέσα για να καταστήσει τον εαυτό του σχετικά περιττό»σ.7.


Όπως τονίζεται σε ένα διεισδυτικό κεφάλαιο σχετικά με τον παγκόσμιο εφεδρικό στρατό εργασίας στο έργο The Endless Crisis των Bellamy Foster και McChesney'sσ.8, οι παγκόσμιες στατιστικές για την εργασία επιβεβαιώνουν μεγάλο μέρος της ανάλυσης του Μαρξ, με την αποαγροτοποίηση και την ενσωμάτωση των πρώην «σοσιαλιστικών» χωρών στην παγκόσμια εργατική δύναμη να οδηγεί τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εργασίας στην καταγραφή μιας αύξησης μεταξύ του 1980 και σήμερα από 1,9 σε 3,1 δις στην παγκόσμια εργατική δύναμη, εντός της οποίας αναγνωρίζονται 1,4 δις μισθωτοί εργάτες, 1,7 δις «ευάλωτα απασχολούμενοι εργάτες» (συμπεριλαμβανομένων των αυτοαπασχολούμενων που εμπλέκονται σε «δραστηριότητες διαβίωσης και επιχειρηματικές δραστηριότητες» και των «συνεισφερόντων στην οικογένεια εργάτες», που αποτελούνται κυρίως από γυναίκες που εργάζονται στην οικογένεια απλήρωτες) και 218 εκατομμύρια άνεργοι. Συμπεριλαμβάνοντας τους «αποθαρρυμένους εργάτες», και άλλες κατηγορίες, λογαριάζουν ένα «μέγιστο όριο του παγκόσμιου εφεδρικού στρατού» στα 2,4 δις  ανθρώπους. Αυτό που είναι κρίσιμο σε αυτό τον εφεδρικό στρατό, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των Bellamy Foster και McChesnay, και αυτό που κάνει πιο περίπλοκο τον υπολογισμό των υπερπληθυσμών στο Μαρξ – ο οποίος υπολογισμός, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε, στηρίζεται στην αφαίρεση από την ύπαρξη ενός πλήθους κεφαλαίων και από γεωγραφικές, πολιτικές και άλλες διαφορές – είναι οι ριζικές διαφορές στην αξία της εργατικής δύναμης που κινητοποιεί. Δανείζονται εδώ την ορολογία ενός αναλυτή της Morgan Stanley, για να τονίσουν ότι ο σημερινός παγκόσμιος εφεδρικός στρατός είναι το αντικείμενο «παγκόσμιας εργατικής διαιτησίας», υπερκερδών που αντλούνται από την εκμετάλλευση της διεθνούς ιεραρχίας μισθών. Η περιβόητη υπερεκμετάλλευση των εργατών στα εργοστάσια συναρμολόγησης iPod, iPhone και iPad της Foxconn στην Longhua στη Shenzen, απεικονίζει αυτό το φαινόμενο, συμπεριλαμβανομένου ιδιαίτερα του συνδυασμού της απασχόλησης τεράστιων ποσοτήτων εργασίας και της μειούμενης σημασίας της συνιστώσας της αναγκαίας εργασίας στην αξία του τελικού προϊόντος.

Παρά τη μαζική εργασιακή εισροή Κινέζων εργατών στη συναρμολόγηση του τελικού προϊόντος, η χαμηλή τους πληρωμή σημαίνει ότι η δουλειά τους ισοδυναμεί με μόλις το 3,6% του συνολικού κόστους παραγωγής (τιμή αποστολής) του iPhone. Το συνολικό περιθώριο κέρδους στα iPhone το 2009 ήταν 64%. Αν τα iPhone συναρμολογούνταν στις ΗΠΑ – θεωρώντας τα εργατικά κόστη 10 φορές μεγαλύτερα από την Κίνα, ίση παραγωγικότητα και σταθερή συνιστώσα κόστους – η Apple θα είχε ακόμη ένα ευρύ περιθώριο κέρδους, αλλά θα έπεφτε από 64 σε 50%. Στην πραγματικότητα, η Apple βγάζει 22% από το περιθώριο κέρδους της στην παραγωγή iPhone από το πολύ υψηλότερο ποσοστό εκμετάλλευσης της κινέζικης εργασίαςσ.9.
... το κείμενο θα συνεχιστεί στο Β' Μέρος
πηγή:k-lab 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου