Ο Μάιος του 1886 ήταν ένας από τους πιο έντονους μήνες στην ιστορία του Σικάγου. Η πόλη, όπου χιλιάδες εργάτες από όλες τις ΗΠΑ συγκεντρώνονταν ελπίζοντας να βρουν δουλειά στα εργοστάσια, τις βιομηχανίες και τις βιοτεχνίες της, είχε γίνει το επίκεντρο των αγώνων του εργατικού κινήματος για την καθιέρωση του οκταώρου.
Από την 1η Μαίου, μια σειρά κινητοποιήσεων και οργανωμένων δράσεων, με στόχο το δικαίωμα σε ανθρώπινες συνθήκες εργασίας και ωράριο οκταώρου και η αναγνώριση του εργατικού κινήματος κατέβαζαν χιλιάδες εργάτες στους δρόμους. Στην πορεία της Πρωτομαγιάς του 1886, στο Σικάγο, μετείχαν περισσότεροι από 90.000 εργάτες με αίτημα το οκτάωρο. Επικεφαλής της πορείας ήταν ο αναρχικός Άλμπερτ Πάρσονς με την ακτιβίστρια γυναίκα του, Λούσυ Πάρσονς. Τις επόμενες μέρες, οι εργάτες των εργοστασίων, του ενός μετά το άλλο, κατέβαιναν σε απεργία. Οι εργατικές κινητοποιήσεις κορυφώθηκαν. Όπως κι οι αντιδράσεις των αφεντικών.
Στις 4 Μαίου το εργατικό κίνημα οργάνωσε συλλαλητήριο κατά της αστυνομικής βίας στην πλατεία Χεϊμάρκετ. Ήταν ένα ήσυχο, ήρεμο συλλαλητήριο, στο οποίο οι ομιλητές διαδέχονταν ήρεμα ο ένας τον άλλο. Ήταν ένα ήσυχο, ήρεμο συλλαλητήριο ως τη στιγμή που η αστυνομία αποφάσισε να το διαλύσει. Ο αρχηγός της έδωσε εντολή στους απεργούς να διαλυθούν και, όταν αυτοί δεν υπάκουσαν, έδωσε εντολή στους άνδρες του να επιτεθούν πρώτα στο χώρο όπου βρίσκονταν οι ομιλητές.
Η επίθεση της αστυνομίας σήμανε την αντίδραση των εργατών. Οι συγκρούσεις γενικεύτηκαν και μία αυτοσχέδια βόμβα, που κανείς δεν ξέρει από που κι από ποιόν πετάχτηκε, σκότωσε έναν αστυνομικό. Ήταν το σήμα προς τους υπόλοιπους αστυνομικούς να ανοίξουν πυρ κατά των διαδηλωτών. Επτά νεκροί αστυνομικοί, αρκετοί νεκροί εργάτες - κανείς δεν μπήκε στον κόπο να τους καταμετρήσει κι οι γνώμες διίστανται- και δεκάδες τραυματίες - πολίτες και αστυνομικοί - ήταν ο απολογισμός.
Οκτώ άνθρωποι συνελήφθησαν ως οργανωτές της συγκέντρωσης και υπεύθυνοι για το θάνατο του αστυνομικού. Ήταν οι αναρχικοί Αύγουστος Σπίες, Αλβέρτος Πάρσονς, Αδόλφος Φίσερ, Γεώργιος Ένγελ, Λουδοβίκος Λινγκ, Μιχαήλ Δουάμπ, Σαμουήλ Φήλντεν και Όσκαρ Νήμπ.
Οι οκτώ του Σικάγου δικάστηκαν σε μία στημένη δίκη, όπου κανένα εναντίον τους στοιχείο δεν παρουσιάστηκε. Τουναντίον, έγινε σαφές ότι ορισμένοι εξ αυτών δεν βρίσκονταν στο Χέιμάρκετ την συγκεκριμένη ημέρα. Παρουσιάστηκαν ακόμη και στοιχεία που υπεδείκνυαν ότι η βόμβα είχε ριχτεί από προβοκάτορες. Δεν είχε σημασία. Η πολιτεία είχε αποφασίσει να τιμωρήσει τους οκτώ του Σικάγου παραδειγματικά, ώστε να καταστείλει το εργατικό, αναρχικό κίνημα που φούντωνε από άκρου εις άκρον των ΗΠΑ. "Τιμωρείστε τους παραδειγματικά, κρεμάστε τους και θα σώσουμε τους θεσμούς" είπε χαρακτηριστικά ο γενικός εισαγγελέας του Ιλλινόι.
Οι επτά καταδικάσθηκαν εις θάνατον και ένας, ο Νήμπ, σε 15ετή κάθειρξη. Η κατάφωρη αδικία, η στημένη δίκη και η ακραία ποινή είχαν αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ήλπιζαν οι αρχές του Ιλλινόι. Μέσα σε λίγες μέρες οι οκτώ κρατούμενοι είχαν μετατραπεί σε σύμβολα του αγώνα για το οκτάωρο αλλά και του αγώνα εναντίον της κρατικής βίας και αυθαιρεσίας. Παρ' όλα αυτά τα εφετεία δεν άλλαξαν τίποτε. Οι αποφάσεις ήταν πολιτικές. Η μόνη υποχώρηση ήταν η μετατροπή των ποινών των Φήλντεν και Σουάμπ σε ισόβια.
Από τους πέντε που επρόκειτο να εκτελεσθούν, εκτελέστηκαν οι τέσσερις. Ο Λινγκ "τους την έφερε", όπως έγραφε και στο σημείωμα που άφησε: άναψε ένα μπαστούνι δυναμίτη σαν τσιγάρο κι αυτοκτόνησε στο κελί του μια μέρα πριν την εκτέλεση.
Η απόφαση εκδόθηκε στις 20 Αυγούστου μετά από μια σύσκεψη εξπρές. Εκτός του Νιμπι όλοι οι άλλοι αγωνιστές καταδικάστηκαν σε θάνατο με απαγχονισμό. Ο Νιμπι καταδικάστηκε σε 15 χρόνια καταναγκαστικά έργα.
Στις 11 Νοεμβρίου του 1887 οι Αύγουστος Σπήζ, Αλβέρτος Πάρσονς, Αδόλφος Φίσερ και Γεώργιος Ένγελ κρεμάστηκαν. Με τις κουκούλες στα κεφάλια και τις θηλιές στο λαιμό είπαν τα τελευταία τους λόγια.
Παρσονς: «δώστε μου την άδεια να μιλήσω, αφήστε με να μιλήσω».
Ενγκελ: «ζήτω η αναρχία».
Σπαις: «θα’ρθει μια εποχή που η σιωπή θα’ναι πιο ισχυρή από τις φωνές που στραγγαλίζεται σημερα».
Φισερ: «αυτή είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου».
H ιστορία τους ονόμασε "Μάρτυρες του Χεϊμάρκετ". Η δίκη τους θεωρείται από τις πιο μελανές στην δικαστική ιστορία των ΗΠΑ, μαζί με τη δίκη των δύο άλλων αναρχικών, των Σάκκο και Βανσέττι. Οι τρεις που εξέτιαν ποινές φυλάκισης έλαβαν χάρη το 1893, ικανοποιώντας το κοινό περί δικαίου αίσθημα: για το λαό των ΗΠΑ και οι οκτώ ήταν αθώοι. Στην χορήγηση χάρης είχαν αντιδράσει έντονα οι βιομήχανοι της πόλης.
"Δικάστηκα μες σε τούτο το δωμάτιο για φόνο και καταδικάστηκα για Αναρχία. Διαμαρτύρομαι για την καταδίκη μου σε θάνατο, διότι δεν βρέθηκα ένοχος φόνου. Δικάστηκα για φόνο αλλά καταδικάστηκα διότι είμαι Αναρχικός. Αν η άρχουσα τάξη νομίζει ότι αν μας κρεμάσει, αν κρεμάσει μια χούφτα αναρχικούς, θα καταφέρει να τσακίσει την Αναρχία, κάνει μεγάλο λάθος, γιατί ο Αναρχικός αγαπά τις αρχές του περισσότερο από τη ζωή του. Ο Αναρχικός είναι πάντα έτοιμος να πεθάνει για όσα πιστεύει"
Αδόλφος Φίσερ, μάρτυρας του Χεϊμάρκετ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου