Απέναντι στο μαύρο μέτωπο της ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού βρίσκονται τα δικαιώματα και οι ανάγκες της εργατικής τάξης, του κόσμου της μισθωτής εργασίας και της εργασιακής περιπλάνησης, των ανέργων, των συνταξιούχων, των αυτοαπασχολούμενων, των φτωχομεσαίων αγροτών, των παραδοσιακών και νέων μεσαίων στρωμάτων, ειδικά των πιο φτωχών. Αυτές οι δυνάμεις αποτελούν εν δυνάμει το κοινωνικό μπλοκ των καταπιεζόμενων και εκμεταλλευόμενων στρωμάτων, που μπορεί να συγκροτηθεί με εργατική ηγεμονία. Η ακτινογραφία αυτού του μπλοκ και των διεργασιών που αναπτύσσονται εντός του είναι κρίσιμες πλευρές για τη χάραξη μιας επαναστατικής τακτικής και στρατηγικής, για τη συγκρότησή του και την παρεμπόδιση των συμμαχιών της αστικής τάξης. Από αυτή την άποψη -και με δεδομένη την ανάγκη να βαθύνει στην πορεία προς το Συνέδριο η συζήτηση για την ταξική διαστρωμάτωση της ελληνικής κοινωνίας- έχει αξία να καταγραφούν τα ακόλουθα:
α) Το ποσοστό απασχόλησης για άτομα ηλικίας 2064 ετών στην Ελλάδα ήταν 54,94% (2015), όταν ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν 70,1%. Πρόκειται για μικρό ποσοστό, που οφείλεται στην υψηλότατη ανεργία και στην εκτεταμένη μαύρη (αδήλωτη ή ανασφάλιστη) εργασία (40,5%στις ελεγμένες επιχειρήσεις). Οι εγγεγραμμένοι άνεργοι είναι περίπου 1.140.000 (στην πραγματικότητα πολύ περισσότεροι) κι απ' αυτούς επιδοτείται περίπου το 10%.
Η μισθωτή εργασία αντιπροσωπεύει το 2016 το 65,89% της συνολικής απασχόλησης (84,74% στην ΕΕ), δηλαδή 2,431 εκατομμύρια εργαζόμενοι, 560.000 λιγότεροι από το 2008. Στα τέλη του 2016, οι μισθωτοί στον ιδιωτικό τομέα ήταν περίπου 1.770.000 και στο Δημόσιο 565.000 (από 700.000 το 2009), περίπου 33.000 εργάζονταν στα συνδεδεμένα ΝΠΙΔ, ενώ υπάρχουν και 63.000 περίπου συμβασιούχοι κλπ. Από το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων περίπου 150.000 είναι στα σώματα ασφαλείας και ιερείς. Μετά τα αλλεπάλληλα μνημονιακά μέτρα η εργασία στο Δημόσιο χειροτερεύει ποιοτικά, ενώ αυξάνεται η πόλωση μέσα στο Δημόσιο, καθώς τα υψηλόβαθμα διευθυντικά στελέχη-μάνατζερ ενισχύονται ποικιλοτρόπως (και σε αποδοχές). Παρότι όμως αντικειμενικά οι εργαζόμενοι σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα έρχονται πιο κοντά και οι πολιτικές ανάγκες για αγωνιστική σύγκλιση είναι μεγαλύτερες από ποτέ, η μεταξύ τους απόσταση εξακολουθεί να είναι σημαντική, ως αποτέλεσμα της συστηματικής αστικής προπαγάνδας ή έκφρασης στρεβλών τάσεων ανταγωνισμού «κοινωνικού αυτοματισμού» που αναπτύσσονται εντός των εργαζομένων.
Οι αυτοαπασχολούμενοι είναι 1,06 εκατομμύρια, 225.000 λιγότεροι από το 2008. Το 33% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού καταγράφονται ως αυτοαπασχολούμενοι (ΕΕ 14,47%), αν και πολλοί στην ουσία παρέχουν μισθωτή εργασία. Η συλλογική συσπείρωση όσων επιτελούν μισθωτή εργασία με μπλοκάκι και με εξαιρετικά άσχημους όρους αποτελεί μεγάλο ζητούμενο την επόμενη περίοδο, καθώς πολλά συνδικάτα δεν τους δέχονται, ενώ και οι ίδιοι ενσωματώνουν διαφορετική νοοτροπία, δεν συμμετέχουν στα σωματεία.
Συνολικά, σύμφωνα με τα μαρξιστικά κριτήρια για την εκτίμηση της ταξικής θέσης, η εργατική τάξη στην Ελλάδα υπερβαίνει το 60% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (δεν περιλαμβάνεται στην εργατική τάξη το σύνολο των μισθωτών), με τάσεις παραπέρα μεγέθυνσης, διαψεύδοντας όσους μιλούν για εξαφάνιση της εργατικής τάξης και τέλος της εργασίας.
Σε ό,τι αφορά την κατανομή των εργαζομένων ανά κλάδο (παράγοντας σημαντικός για τις ιεραρχήσεις της εργατικής δουλειάς), η εικόνα είναι: στο εμπόριο εργάζεται το 21,45% των ασφαλισμένων (23,34% των απασχολουμένων), σε ξενοδοχεία-εστιατόρια 15,21% (14,42%), στις μεταποιητικές βιομηχανίες 13,83%, στις μεταφορές-επικοινωνίες 7,01% (3,66%), στην εκπαίδευση 6,51% (4,21%), στην υγεία και την κοινωνική μέριμνα 5,74% (3,12%), στη δημόσια διοίκηση και άμυνα 5,03% (2,74%), στις κατασκευές 4,24%.
Η χαμηλή συγκέντρωση των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς δυσκολεύει την ταξική συνειδητοποίηση και τη συνδικαλιστική ένταξη: σε 171.977 επιχειρήσεις που απασχολούν 1-4 άτομα δουλεύει το 17,1% των εργαζομένων, σε 31.983 επιχειρήσεις που απασχολούν 5-9 άτομα το 11,7%, σε 25.401 με 10-49 άτομα το 27%, σε 3.249 με 50-249 άτομα το 18,2% και σε 541 με πάνω από 250 άτομα το 26,72%.
β) Στα χρόνια της μνημονιακής επιδρομής καταγράφονται ποιοτικές μεταβολές στον κόσμο της εργασίας, με τεράστια επίδραση στη συνείδηση και στη συμπεριφορά του. Σε αυτές τις μεταβολές περιλαμβάνονται η μεγάλη αύξηση της ανεργίας, η δραματική μείωση των αποδοχών, ο μεγάλος κατακερματισμός της εργατικής τάξης και η γοργά αυξανόμενη -με τάσεις κυριαρχίας- ελαστική εργασία. Έτσι, πέραν όσων αναφέρθηκαν:
> Σε ό,τι αφορά το εργασιακό τοπίο, το 2016 οι προσλήψεις μερικής απασχόλησης ήταν το 40,1% του συνόλου, ενώ οι εκ περιτροπής ήταν το 14,6% (δηλαδή 54,7% των νέων προσλήψεων ήταν με «ευέλικτη» απασχόληση). Συνολικά στον ιδιωτικό τομέα το 22,5% των συμβάσεων είναι μερικής απασχόλησης. Η «κινητικότητα»- διαρκής περιπλάνηση ενός μεγάλου τμήματος εργαζομένων (ιδιαίτερα νέων) με βάση τις εκάστοτε ανάγκες του κεφαλαίου κατοχυρώνεται και νομοθετικά, ενώ επιδιώκεται η γενίκευσή της με την πλήρη «απελευθέρωση» των απολύσεων ή την αύξηση της «ευελιξίας» στις συμβάσεις στο όνομα των «οικονομικών δυσχερειών» της εταιρείας. Επιπλέον, μειώνεται το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας (ΣΣΕ). Μάλιστα, η τάση είναι να μεταφέρονται οι ΣΣΕ σε επίπεδο επιχείρησης και όχι κλάδου. Έτσι, υπάρχει μεγάλη αύξηση των επιχειρησιακών ΣΣΕ (93,8%), ενώ παράλληλα καθιερώθηκε η Ένωση Προσώπων ως θεσμός «συλλογικής εκπροσώπησης» των εργαζομένων για την υπογραφή σύμβασης. Οι δυσκολίες τις οποίες θέτει η νέα πραγματικότητα στη συλλογική συσπείρωση και δράση των εργαζομένων -ακόμη και στην πιο απλή αντιπαράθεση με τον εργοδότη- είναι τεράστιες και μόνο αν αντιμετωπιστούν με όρους ταξικής ανασυγκρότησης και νέου εργατικού κινήματος θα υπάρχουν ρήγματα στην υπάρχουσα κατάσταση.
> Σε ό,τι αφορά το ύψος των αμοιβών των μισθωτών, το 2016 με λιγότερα από 600 ευρώ αμείβεται το 32% περίπου των εργαζομένων (μαζί με τη μερική ή εκ περιτροπής εργασία), ενώ οι μισοί εργαζόμενοι είχαν αμοιβή κάτω από 800 ευρώ και το 56,2% κάτω από 1.000 ευρώ. 126.956 εργαζόμενοι αμείβονται με μεικτό μηνιαίο μισθό έως 100 ευρώ, ενώ 343.760 αμείβονται με μισθό από 100 έως και 400 ευρώ μεικτά. Οι απλήρωτοι εργαζόμενοι, με καθυστερήσεις δεδουλευμένων από 3 έως 6 μήνες, αγγίζουν το 1.000.000. Το ωριαίο κόστος εργασίας το 2016 στην Ελλάδα ήταν 14,2 ευρώ, όταν στην ΕΕ των 28 ήταν κατά μέσο όρο 25,4 ευρώ και στην Ευρωζώνη 29,8 ευρώ. Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν την τεράστια ανισοκατανομή του κοινωνικού πλούτου αλλά και την αμείλικτη οξύτητα του οικονομικού ζητήματος για την εργαζόμενη πλειοψηφία.
γ) Η νεολαία αποτελεί πειραματόζωο στο οποίο δοκιμάζονται και εφαρμόζονται σε μεγαλύτερο βαθμό και με σκληρότερο τρόπο όλες οι αντιδραστικές τομές.
Οι νέοι ηλικίας 15-29 ετών ανέρχονται σε 1.723.902 (2015) ή 15,9% του πληθυσμού (από 18,7% το 2009). Αυτή η ηλικιακή ομάδα μειώνεται κατά 50.000-80.000 κάθε χρόνο λόγω της δημογραφικής γήρανσης και της μετανάστευσης των νέων. Από τους οικονομικά ενεργούς νέους που διέμεναν στην Ελλάδα, το 28% είχε κάποιου είδους εργασία και το 41,3% ήταν άνεργοι. Το πρόβλημα της νεανικής ανεργίας κορυφώθηκε το 2013 (2/3 των νέων 1519 χρονών που επιθυμούσαν να εργαστούν), έκτοτε όμως η τάση της είναι καθοδική -κυρίως λόγω της εξάπλωσης της επισφαλούς απασχόλησης, παραμένει όμως σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα.
Οι όροι εργασίας της νεολαίας είναι σαφώς χειρότεροι από τους ήδη κακούς όρους εργασίας προηγούμενων γενεών. Ο κατώτατος μισθός για τους νέους εργαζόμενους μέχρι 25 χρονών είναι 510,95 ευρώ μεικτά, μικρότερος κατά περίπου 15% σε σχέση με το μισθό των εργαζομένων άνω των 25 ετών. Περίπου 1 στους 4 εργάζεται με σύμβαση ορισμένου χρόνου. Αναπτύσσονται τα επιδοτούμενα προγράμματα (κοινωφελής εργασία, voucher κλπ.), που εκτός των άλλων επιρρίπτουν την ευθύνη της ανεργίας στον ίδιο τον νέο, ο οποίος χρειάζεται «κίνητρα» και «κατάρτιση» ώστε να εισέλθει στην «αγορά εργασίας».
Ταυτόχρονα, μεγάλο μέρος της νεολαίας παραμένει εκτός κάθε κοινωνικής και επαγγελματικής προοπτικής, ενώ έρχεται αντιμέτωπο με συνθήκες ακραίας φτώχειας. Το ποσοστό των νέων ηλικίας 15- 29 ετών που δεν εργάζονται, δεν σπουδάζουν, δεν συμμετέχουν στην επαγγελματική κατάρτιση (οι λεγόμενοι «ΝΕΕΤs» - «Νοt in Εmployment, Εducation οr Τraining») έφτασε το 2014 στο 29,5% (από 17% το 2009) - στη Δανία και τη Γερμανία είναι 6% και 6,3% αντίστοιχα.
δ) Σημαντικές είναι οι αλλαγές που αφορούν τα μεσαία στρώματα - τόσο τα μισθωτά όσο και τα μη μισθωτά (ελευθεροεπαγγελματίες, επιστήμονες, μικροεπιχειρηματίες χωρίς μισθωτούς, αγρότες). Η δεύτερη κατηγορία -ιδιαίτερα ευρεία στην Ελλάδα- πλήττεται με σφοδρότητα από τα μέτρα και τις αναδιαρθρώσεις (απελευθέρωση ωραρίου, ασφαλιστικό, φορολογικό κ.λπ.), από τη μείωση του εισοδήματος των μισθωτών-πελατών της, από το βραχνά των «κόκκινων δανείων» και τη δυσκολία δανεισμού, καθώς και από τον άνισο ανταγωνισμό με τις ηγεμονικές μερίδες του κεφαλαίου. Έτσι, μεγάλα τμήματα των στρωμάτων αυτών οδηγούνται σε ασφυξία, απόγνωση και τελικά σε οικονομική καταστροφή και ανεργία, καθώς ακόμη και ο δρόμος της προλεταριοποίησης είναι πλέον εξαιρετικά στενός. Ορισμένα τμήματα, βέβαια, κατορθώνουν να επιβιώσουν, διατηρώντας την κοινωνική θέση του μικροαστού, ενός μικροαστού ωστόσο με πολύ χαμηλότερο εισόδημα, έντονη ανασφάλεια, χειρότερο επίπεδο ζωής, εξαιρετικά δυσμενείς όρους εργασίας και ασφυκτική εξάρτηση (στην ουσία υποδούλωση) από τα ηγετικά τμήματα του κεφαλαίου (προμηθευτές, πιστωτές κ.λπ.), που καταλήγουν να απομυζούν μαζί με το κράτος μεγάλο μέρος του εισοδήματος τους.
Στον αγροτικό τομέα ισχυροποιείται το αστικό μπλοκ που αποτελείται από το αγροτοδιατροφικό κεφάλαιο, το κύκλωμα μεγαλεμπόρων-βιομηχάνων (ζωοτροφών, λιπασμάτων, φαρμάκων), τους μεγαλοαγροτοκτηνοτρόφους, τις διοικήσεις των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών. Απέναντι τους είναι οι φτωχομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι, στους οποίους μειώνεται το απαραίτητο για να ζήσουν εισόδημα, οι Έλληνες μισθωτοί στον αγροτοδιατροφικό τομέα («μόνιμοι» και εποχικοί), οι ξένοι εργάτες και οι μικροί αυτοαπασχολούμενοι του χώρου (π.χ. γεωτεχνικοί, ψαράδες, τεχνίτες, άλλα επαγγέλματα που εξαρτώνται από την αγροτική παραγωγή).
Οι αγώνες του προηγούμενου διαστήματος (αγρότες, το λεγόμενο «κίνημα της γραβάτας» κ.λπ.) ανέδειξαν από τη μια τον αναβρασμό και την κινητικότητα που υπάρχουν σε αυτά τα στρώματα και από την άλλη τα κοινωνικά και πολιτικά όρια που έχουν κινητοποιήσεις οι οποίες επιχειρούν να αντιπαρατεθούν στις δρομολογούμενες εξελίξεις από τη σκοπιά της «χτεσινής» κατάστασης και της μικροαστικής θέσης των εν λόγω στρωμάτων, σκοπιά η οποία δεν ευνοεί την αναγκαία κοινωνική και πολιτική συνάντηση-συμμαχία τους με την εργατική τάξη και τις τάσεις κοινωνικής χειραφέτησης.
ε) Προβάλλοντας στο μέλλον τις παραπάνω τάσεις στη μισθωτή εργασία, στη νεολαία και στα μεσαία στρώματα, είναι φανερό ότι η ολοκλήρωση των προωθούμενων αναδιαρθρώσεων θα φέρει την ταξική διαστρωμάτωση του ελληνικού καπιταλισμού πιο κοντά σε εκείνη των ηγετικών καπιταλιστικών χωρών. Θα ενισχύσει και θα διευρύνει τις γραμμές της εργατικής τάξης (έστω αν τμήματά της βαλτώνουν στην ανεργία ή χτυπημένα μεσαία στρώματα περάσουν από μια φάση φτωχοποίησης ή καταστροφής πριν από την προλεταριοποίηση), αλλά θα ενισχύσει τον κατακερματισμό και θα βαθύνει τις ποιοτικές αλλαγές που αφορούν τους όρους εργασίας και ζωής. Στο νέο τοπίο, αποκτά κρίσιμη σημασία η κατάκτηση της ενότητας της εργατικής τάξης. Η οικοδόμηση δομών συλλογικής συσπείρωσης και πάλης, η ριζοσπαστικοποίηση και η διαμόρφωση ταξικής συνείδησης είναι πιο δύσκολο να επιτευχθούν αλλά και συνάμα πιο βαθιές στο βαθμό που συγκροτούνται. Πάνω απ' όλα, μπορούν να εξασφαλιστούν μόνο από ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα, από πιο καθολικά και πολιτικά αιτήματα, που θα εκφράζουν τα συνολικά εργατικά συμφέροντα και θα τείνουν να ενώνουν την εργατική τάξη και τα υπό εκμετάλλευση στρώματα και όχι να αναπαράγουν τους διαχωρισμούς τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου