Στο παρελθόν είχαμε δημοσιεύσει άρθρα σχετικά με το μεγάλο κύμα απεργιακών κινητοποιήσεων για τα δεδομένα του Ηνωμένου Βασιλείου που είχαν ξεσπάσει στα βρετανικά πανεπιστήμια το 2018 με αφορμή τη μείωση των συντάξεων των ακαδημαϊκών (Απεργία σε 61 Πανεπιστημιακά Ιδρύματα στη Βρετανία, Πρέπει να σταματήσουμε την εκμετάλλευση της απλήρωτης εργασίας των υποψηφίων διδακτόρων από τα πανεπιστήμια). Στην πορεία, και μετά την εμπλοκή των μεταπτυχιακών φοιτητών και των υποψηφίων διδακτόρων στις κινητοποιήσεις, ο απεργιακός αγώνας πήρε πιο αναβαθμισμένα χαρακτηριστικά. Περιελάμβανε διεκδίκηση συμβάσεων εργασίας στο επικουρικό διδακτικό έργο, αγώνα κατά των επισφαλών σχέσεων εργασίας στα πανεπιστήμια, και διεκδίκηση συλλογικής εκπροσώπησης. Πρόσφατα τα βρετανικά πανεπιστήμια βρέθηκαν πάλι σε απεργιακό αναβρασμό. Ο Νίκος Καπιτσίνης είναι ερευνητής στο Cardiff Business School και συμμετείχε ως ομιλητής μέσω βίντεο-κλήσης στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου από το LABour με τίτλο «Για ποιά αριστεία μιλάτε; Οι εργασιακές συνθήκες στην έρευνα». Με αυτό άρθρο μας μεταφέρει την εμπειρία του από τις απεργιακές κινητοποιήσεις.
Γράφει ο Νίκος Καπιτσίνης
Μία εμπειρία από το πρόσφατο απεργιακό κύμα των πανεπιστημιακών στο ΗΒ
Τα Βρετανικά πανεπιστήμια, που πρωτοστατούν παγκοσμίως στην επιχειρηματικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, χτυπήθηκαν από μεγάλο κύμα απεργιών, για δεύτερη φορά μέσα σε δύο χρόνια. Από τις 25 Νοέμβρη έως τις 4 Δεκέμβρη, οι εργαζόμενοι σε πάνω από 60 πανεπιστήμια στο Ηνωμένο Βασίλειο, απέργησαν, 20 μήνες μετά τη 14ημερη απεργιακή κινητοποίηση το Φλεβάρη του 2018, τη μεγαλύτερη απεργιακή κινητοποίηση στην ιστορία της ανώτατης εκπαίδευσης στο ΗΒ. Οι απεργίες αυτές έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τα Βρετανικά πανεπιστήμια που είχαν συνηθίσει σε μονοήμερες απεργίες τουφεκιές από την έναρξη της κρίσης και μετά, με βασικό αίτημα την αύξηση των μισθών.
Οι μεγάλες απεργίες του 2018 ήρθαν σαν αντίδραση στην αναδιάρθρωση του συνταξιοδοτικού συστήματος των πανεπιστημιακών, με αύξηση εισφορών και μείωση συντάξεων, που πλέον θα στηρίζονταν στις επενδυτικές αποδόσεις. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του σωματείου των πανεπιστημιακών, ένας λέκτορας θα έχανε συνολικά περίπου 100,000 λίρες από τη σύνταξή του. Κατά τη διάρκεια της απεργίας τότε, οι εργοδότες ήρθαν σε διαπραγματεύσεις και συμφώνησαν να δημιουργηθεί κοινή επιτροπή εργασίας, με εκπροσώπους εργαζομένων κι εργοδοτών, στην προσπάθεια ανεύρεσης τεχνικού συμβιβασμού. Ωστόσο, οι εργοδότες δεν σεβάστηκαν και δεν υλοποίησαν τις προτάσεις της επιτροπής, κι έτσι αύξησαν κατά 1.6% τις εισφορές των εργαζομένων, από τον Οκτώβρη του 2019. Το ότι δεν συνεχίστηκε η απεργία την άνοιξη του 2018 ήταν πολύ σημαντικό για αυτή την έκβαση αφού το σωματείο έκλεισε έναν αγώνα που είχε μομέντουμ κι απήχηση στον κόσμο της εργασίας στα βρετανικά πανεπιστήμια. Οι εργαζόμενοι σύρθηκαν πίσω στα γραφεία τους και οι τεχνικές διαπραγματεύσεις δεν είχαν καλό αποτέλεσμα.
Εδώ να σημειωθεί πως στο σωματείο συμμετέχει το διδακτικό κι ερευνητικό προσωπικό (συμπεριλαμβανομένων των μεταδιδακτορικών και υποψήφιων διδακτορικών φοιτητών, αν οι τελευταίοι έχουν συμβόλαιο ή έχουν διδακτικές υποχρεώσεις), όσο και εργαζόμενοι στην γραμματειακή υποστήριξη των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η οργάνωση των εργαζομένων είναι κυρίως σε τοπικό επίπεδο. Υπάρχει η κεντρική διοίκηση του σωματείου, με εκλεγμένους αντιπροσώπους, αλλά η κυρίως οργάνωση λαμβάνει χώρα σε επίπεδο πόλης ή και πανεπιστημίου, καθώς πολλές πόλεις έχουν παραπάνω από ένα πανεπιστήμιο. Καθώς οι αποφάσεις παίρνονται ηλεκτρονικά και συγκεκριμενοποιούνται από την κεντρική διοίκηση, το βάρος για την υλοποίησή τους πέφτει τοπικά. Στην περίπτωση των απεργιακών κινητοποιήσεων, οργανώνονται ανοικτές απεργιακές επιτροπές που παίρνουν στα χέρια τους τον αγώνα και την οργάνωσή του.
Το σωματείο των πανεπιστημιακών ύστερα από σοβαρές διεργασίες, κι ευθεία αμφισβήτηση της ηγεσίας του στο συνέριο του, άλλαξε ηγεσία και το καλοκαίρι του 2019 προχώρησε σε νέα ηλεκτρονικά ψηφοφορία σε σχέση με το θέμα των συντάξεων. Έτσι, οι πανεπιστημιακοί επανήλθαν και ψήφισαν υπέρ της απεργίας σε 60 πανεπιστήμια σε όλο το ΗΒ, σπάζοντας στην πράξη τον αντεργατικό νόμο του 2016 που απαιτεί συμμετοχή, ηλεκτρονικά ή ταχυδρομικά, του 50.1% των μελών ενός σωματείου για να κρίνεται νόμιμη η απεργία.
Εκτός από αυτή τη ψηφοφορία, οι πανεπιστημιακοί υπερψήφισαν απεργιακές κινητοποιήσεις βάζοντας στο τραπέζι συνολικά τις εργασιακές συνθήκες, σε μία μορφή επιθετικού αιτήματος. Το πρώτο ζήτημα αφορά την αύξηση μισθών, οι οποίοι έχουν μειωθεί κατά 17% από το 2009, λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό. Το δεύτερο ζήτημα σχετίζεται με τη διάκριση μεταξύ των φύλων στο θέμα των αμοιβών. Σύμφωνα με στοιχεία του συνδικάτου, οι εργαζόμενες στα πανεπιστήμια πληρώνονταν 16% χαμηλότερα από τους εργαζόμενους, παρόλο που υπάρχει νομοθετική ρύθμιση που το απαγορεύει.
Τρίτο ζήτημα αποτελεί η τεράστια ελαστικοποίηση των εργαζομένων στο πλαίσιο του πανεπιστημίου επιχείρηση, υπό τις επιταγές της ΕΕ. Σε πολλές παρεμβάσεις στη διάρκεια της απεργίας από βουλευτές των Εργατικών σημειώθηκε πως η Κομισιόν στηρίζει όσο το δυνατόν περισσότερο τα βρετανικά πανεπιστήμια, καθώς αυτά αποτελούν φάρο παγκοσμίως όσο αφορά το πανεπιστήμιο επιχείρηση και είναι από τις πιο κερδοφόρες επιχειρηματικές δραστηριότητες στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με στοιχεία του συνδικάτου, οι ώρες εργασίας φτάνουν κατά μέσο όρο τις 50 μέσα στην εβδομάδα. Σε πολλές περιπτώσεις αυτή η εντατικοποίηση οδηγεί σε πολύ άσχημα γεγονότα, όπως αυτοκτονίες των εργαζομένων, που δεν αντέχουν την αφόρητη πίεση.
Το παράδειγμα του 48χρονου λέκτορα της Οικονομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ στην Ουαλία που έβαλε τέλος στη ζωή του στις αρχές 2018 καθώς δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στο φόρτο την βαθμολόγησης εκατοντάδων γραπτών, είναι ενδεικτικό. Το εξωφρενικό της υπόθεσης είναι η αντίδραση της διοίκησης και του μάνατζμεντ του εν λόγω Πανεπιστημίου. Η απόφαση ήταν να βάλουν κλειδαριές στα παράθυρα και να προτείνουν στο προσωπικό να προσέλθουν σε συμβουλευτικές υπηρεσίες ώστε να αντιμετωπίσουν τη ψυχολογική πίεση που τους δημιουργεί η τρομακτικά εντατική εργασία.
Τέλος, η μερική απασχόληση, με μηδενικά εργασιακά δικαιώματα και ασφάλεια, έχει γίνει η κανονικότητα με τα κενά να πληρώνονται από συμβόλαια μηδενικών ωρών (ανάλογα με τα μπλοκάκια στην Ελλάδα) κι εργαζόμενους πλήρως αναλώσιμους, έρμαια των διαθέσεων των πρυτάνεων-μάνατζερ των πανεπιστημίων. Οι τελευταίοι έχουν ξεκινήσει σειρά προγραμμάτων αναδιάρθρωσης των πανεπιστημίων ώστε να πετύχουν δημοσιονομική πειθαρχία και ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Αυτές οι ρυθμίσεις που προωθούν ρυθμίσεις για να βελτιώσουν την επενδυτική θέση των πανεπιστημίων-επιχειρήσεων, ώστε να δανειστούν με ευνοϊκότερους όρους από τις διεθνείς αγορές. Την ίδια ώρα που οι πρυτάνεις αμείβονται εξαιρετικά υψηλά (ο μέσος όρος είναι 350,000 λίρες ετησίως, ενώ ο μέσος μισθός του λέκτορα είναι 30,000 λίρες). Οι αμοιβές τους αυτές δεν οφείλονται στην υψηλή τους θέση στην ιεραρχία μέσα στα πανεπιστήμια αλλά στο ρόλο τους, δηλαδή τη θέση του μάνατζερ-διευθυντή στο πανεπιστήμιο επιχείρηση.
Η συμμετοχή των εργαζομένων, και των φοιτητών που στηρίζουν, ήταν ικανοποιητική. Κατώτερη του 2018, αλλά αν λάβουμε υπ’ όψη το γεγονός του δεύτερου γύρου αντιπαράθεσης αλλά και της κινηματικής κούρασης πολλών εργαζομένων, η συμμετοχή ήταν ικανοποιητική. Ειδικότερα η στήριξη των φοιτητών είναι πολύ μεγαλύτερη, κυρίως με ποιοτικούς όρους, σε σχέση με το 2018: ολοένα και περισσότεροι φοιτητές κατανοούν πως δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα σε αυτό το πανεπιστήμιο με υποχρεωτικά φοιτητικά δάνεια, πως δεν έχουν ποιοτική εκπαίδευση, καθώς η εργασιακή εντατικοποίηση του προσωπικού των πανεπιστημίων είναι τεράστια, και καθώς καταλαβαίνουν πως τα πτυχία τους ολοένα και χάνουν την αξία τους.
Τα μεγάλα ζητήματα, τα οποία μπορούν να δώσουν σοβαρά μαθήματα για αγώνες εργαζομένων στα πανεπιστήμια σε άλλες χώρες και στην Ελλάδα, είναι τα ζητήματα ουσίας, τακτικής κι έντασης της πάλης. Υπάρχει η εκτίμηση πως όμως τη ριζοσπαστικοποίηση του αγώνα και των αιτημάτων, το ουσιαστικό μπλοκάρισμα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μέσα στα πανεπιστήμια, και τη σύνδεση με άλλα αγωνιζόμενα κομμάτια, οι νικηφόρες προοπτικές δεν είναι πολλές για τον αγώνα των εργαζομένων στα βρετανικά πανεπιστήμια.
Επιπλέον, και ειδικότερα σε σχέση με τον τρόπο σκέψης των εργαζομένων στη βρετανική εκπαίδευση υπάρχει η αίσθηση πως ο αγώνας θα πρέπει να ξεφύγει από τη στενή ακαδημαϊκή αντίληψη των πραγμάτων. Παραδείγματος χάρη, ενώ πολλοί εκτιμούν ότι αντιμετωπίζονται πλέον σαν εργάτες και σαν επιστημονικό προλεταριάτο, η αντίδραση και οι μορφές αγώνα δεν ανταποκρίνονται στην εκτίμηση αυτή. Έτσι, υπάρχουν κάποιοι που καλούν τους πρυτάνεις, δηλαδή τους εργοδότες τους, στην απεργιακή περιφρούρηση ώστε να αγωνιστούν μαζί (!). Από την άλλη, υπάρχει η αντίληψη της χρησιμοποίησης του ισχυρότερου όπλου των εργαζομένων, της απεργίας, ως μέσο για διάλογο κι όχι ως μορφή πάλης για την απαίτηση υλοποίησης των αιτημάτων τους. Για να γίνει νικηφόρος ο αγώνας των εργαζομένων στα πανεπιστήμια αυτές οι λογικές θα πρέπει να ανατραπούν και η πολιτικοποίηση του αγώνα να βαθύνει στο ίδιο μοτίβο με την ριζοσπαστικοποίησή του.
Τέλος, έντονα εκφράστηκε και η άποψη πως θα πρέπει να υπερψηφιστούν οι Εργατικοί στις εθνικές εκλογές της 12 Δεκέμβρη. Το κάλεσμα αυτό δεν είναι παράξενο, αν αναλογιστεί κανείς τη, στενότατη και μοναδική για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα, σχέση μεταξύ σωματείων κι Εργατικού κόμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο: τα σωματεία ίδρυσαν το κόμμα αυτό. Ωστόσο, αν δεν υπάρξει ένα δυνατό εργατικό κίνημα που θα έχει και πολιτικές διεκδικήσεις λίγα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, όποιος κι αν είναι στη διακυβέρνηση στις 13 Δεκέμβρη.
Ο νυν απεργιακός κύκλος έκλεισε με γενικόλογα ευχολόγια από τους εργοδότες, καμία δέσμευση και καμία επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, απόρροια και της μη ριζοσπαστικοποίησης του αγώνα. Ο νέος απεργιακός γύρος του 2020 θα πρέπει να είναι πιο αποφασιστικός ώστε οι πανεπιστημιακοί να πάρουν πίσω αυτά που τους ανήκουν: αξιοπρεπείς μισθούς, εξαιρετικά βελτιωμένους όρους εργασίας, και συντάξεις που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου